top of page

Το ψήφισμα για την Ένωση το ’67

ΤΟΝ ΙΟΥΝΙΟ (26) του 1967, δύο μήνες μετά την επιβολή της δικτατορίας στην Ελλάδα, η κυπριακή Βουλή ομόφωνα ενέκρινε ψήφισμα για την Ένωση! Πώς και γιατί! Νοσταλγούσε η Κύπρος την Ένωση πολύ περισσότερο επί δικτατορίας; Ποιά ήταν η αφορμή και ποια τα αληθή αίτια, που οδήγησαν στο ψήφισμα;

Με αφορμή αυτή την «επέτειο» γράφτηκαν σχόλια και έγιναν αναδρομές στα όσα ειπώθηκαν τότε στη Βουλή. Αυτό που ακόμη δεν γράφτηκε, όμως, είναι η κρίσιμη αλλαγή/τροποποίηση του ψηφίσματος, ώστε να τύχει καθολικής έγκρισης.

Η όλη συζήτηση και η καίρια τροποίηση δεν έφεραν, βέβαια την Ένωση, ούτε θα την έφερνε η μη τροποποίηση του ψηφίσματος. Τα γεγονότα, όμως, απέδειξαν και ανέδειξαν το μέγα χάσμα, που χώριζε Αθήνα και Λευκωσία στην αντιμετώπιση του Κυπριακού. Αυτή η διάσταση υπήρξε ανέκαθεν ο κακός δαίμονας και φέρει απόλυτη την ευθύνη για τις μετέπειτα εξελίξεις και το σημερινό κατάντημα.

Ας δούμε όμως τα γεγονότα.

ΕΝΩ η κυπριακή κυβέρνηση σιωπούσε, το ΕΙΡ (Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας) που από την πρώτη στιγμή του πραξικοπήματος είχε τεθεί υπό τον πλήρη έλεγχο της Χούντας, μετέδιδε καθημερινά σχόλια, με τα οποία απροσχημάτιστα διατυπώνονταν προειδοποιήσεις και απειλές εναντίον «ανθενωτικών» και «ανθελλήνων» στην Κύπρο, που έπρεπε «να φύγουν από τη δημόσια και την εκπαιδευτική υπηρεσία». Ο Τύπος στη Λευκωσία, στην πλειοψηφία του, είχε ταχθεί εναντίον του πραξικοπήματος των συνταγματαρχών και δημοσίευε σε θέση «υστάτης στιγμής» τα μεταδιδόμενα. Η στάση του Τύπου ήταν και η αφορμή για τις εξ Αθηνών απειλές. Ιδιαίτερα ενοχλούσε τη Χούντα, η αρθρογραφία του «Φιλελευθέρου», που ως η κατ’ εξοχήν Μακαριακή εφημερίδα θεωρούνταν ότι εξέφραζε τον ίδιο τον Μακάριο.

Η κυβέρνηση βομβαρδιζόταν με ερωτήσεις από τους δημοσιογράφους, για να διατυπώσει την αντίδρασή της, στις απροκάλυπτες απειλές του χουντικού καθεστώτος. Ο τότε κυβερνητικός Εκπρόσωπος αναγκάστηκε να κάμει δήλωση. Τη διάβασε από χειρόγραφο, άρα ήταν προετοιμασμένος. Και έλεγε πως, τάχα, «ουδέποτε και με κανένα τρόπο η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε την εκδίωξη οποιουδήποτε από τη δημόσια ή την εκπαιδευτική υπηρεσία!» Και το ΕΙΡ; Το όργανο της Χούντας ήταν ελεύθερος ραδιοσταθμός; Όχι, βέβαια.

Αλλά στις 7 Μαϊου 1967 (δεκαπέντε μέρες μετά το πραξικόπημα) δόθηκε καλή ευκαιρία και σε συγκεντρώσεις για τον γιορτασμό της Πρωτομαγιάς, ο υπουργός Εργασίας Τάσσος Παπαδόπουλος είπε ότι «θα συντριβεί κάθε απόπειρα πραξικοπήματος στην Κύπρο». Δεν το είπε τυχαία. Στις μαζικές εκδηλώσεις για την Πρωτομαγιά κυρίαρχο ζήτημα ήταν η καταδίκη του πραξικοπήματος των συνταγματαρχών. Ήταν φανερό ότι η κρίση υπέβοσκε.

Πιο ξεκάθαρα έγιναν τα πράγματα στη Βουλή. Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Πατριωτικού Μετώπου Λέλλος Δημητριάδης ενέγραψε θέμα, το οποίο και συζητήθηκε στις 26 Ιουνίου 1967, «για τις απειλές ορισμένων προσώπων ή οργανισμών στην Κύπρο ή και στην Ελλάδα». Στην Κύπρο οι απειλές προέρχονταν από τον Τύπο που ελεγχόταν πλήρως από τον αρχηγό της ΑΣΔΑΚ στρατηγό Γρίβα. Ο Δημητριάδης κατονόμαζε την «Πατρίδα», που έγραφε ότι «η Ένωσις θα έλθη ως τιμωρός» και πρόσθετε, στην ομιλία του στη Βουλή, ότι «εξαγόρασαν και άλλη εφημερίδα, τη «Μάχη».

Η συζήτηση, λοιπόν, στη Βουλή, για το θέμα που είχε εγγράψει ο Λέλλος Δημητριάδης, είχε μεν ως αφορμή τις απειλές του στρατιωτικού καθεστώτος, αλλά στην ουσία άγγιζε το ευρύτερο πρόβλημα, που υπήρχε αφότου ο στρατηγός Γρίβας ανέλαβε ένα νέο ρόλο στην Κύπρο. Ήταν το πρόβλημα των σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ Λευκωσίας και Αθήνας. Και εκείνο που είτε δεν μπόρεσαν, είτε δεν θέλησαν να επιχειρήσουν στην Κύπρο οι προ της δικτατορίας ελληνικές κυβερνήσεις, φαινόταν ότι ήταν έτοιμη να το αναλάβει η Χούντα.

Στη συζήτηση εκείνη δύο βουλευτές, οι Γεώργιος Τζυρκώτης και Κώστας Χριστοδουλίδης, με ημερολογιακή καταγραφή των δημοσιευμάτων των εφημερίδων, που δείκνυε ότι οι πηγές τους δεν ήταν άλλες από το Α2 επιτελικό Γραφείο του ΓΕΕΦ, υπεραμύνθηκαν της στρατιωτικής κυβέρνησης, επικρίνοντας και καταδικάζοντας τον κυπριακό Τύπο – «κίτρινο και ανθενωτικό», όπως τον χαρακτήριζαν – για τη στάση του.

Ποια ήταν η στάση του Τύπου;

- Ο «Φιλελεύθερος» πρωτοστατεί, αρνείται το δικτατορικό καθεστώς και όπως ανέφεραν οι βουλευτές που το υπερασπίζονταν στη Βουλή «επιτίθεται δριμέως κατά του στρατιωτικού κινήματος και επικρίνει το διάγγελμα του πρωθυπουργού Κ. Κόλλια».

- Η «Ελευθερία» «επικρίνει την ανάληψη της εξουσίας από το στρατό, γράφοντας ότι «ουδεμία αιτία υπήρχε για το πραξικόπημα, αλλά μόνο η σκοπιμότητα να μη γίνουν εκλογές» και «εκφράζει φόβους για τις επιπτώσεις στο Κυπριακό».

- Η «Χαραυγή» «καταδικάζει έντονα την ανάληψη της εξουσίας από το στρατό και γράφει ότι τα γεγονότα στην Ελλάδα, προκαλούν φρίκη σε όλο τον κόσμο και δημιουργούν ατμόσφαιρα ανησυχίας στην Κύπρο» και, ακόμη, ότι «το φασιστικό πραξικόπημα έχει στόχο την Κύπρο».

- Η «Τελευταία Ώρα», με αφορμή το μήνυμα συμπαράστασης του στρατηγού Γρίβα προς το δικτατορικό καθεστώς, καλεί την κυπριακή κυβέρνηση «να επέμβει όσο είναι καιρός και να μην αφήσει τον Γρίβα να πράττει ό,τι θέλει στο στρατό».

- Η «Κύπρος» «κατηγορεί τη στρατιωτική κυβέρνηση ότι ενθαρρύνει την αντι-Μακαριακή προπαγάνδα» και ότι βασικές θέσεις σε αυτήν «έχουν καταληφθεί από αντι-Μακαριακά στοιχεία». Γράφει επίσης για «παράταξη των τρελών».

- Η «Αλήθεια» γράφει ότι «ο ελληνικός στρατός εκλήθη ως αδελφός, προστάτης και υπερασπιστής και όχι ως δερβέναγας ή ως δαμόκλειος σπάθη, για να επιβάλει απαράδεκτες νόθες λύσεις, επειδή έτσι έδοξε στη CIA, το ΝΑΤΟ και τα τσιράκια τους».

Η ΣΥΖΗΤΗΣΗ στη Βουλή ανέδειξε τα δύο μέτωπα, που αμέσως μετά το πραξικόπημα των συνταγματαρχών είχαν σχηματιστεί στην Κύπρο. Το ένα το αποτελούσαν οι «από θέσεως αρχής» αντιτιθέμενοι στη δικτατορία, που ήταν παράλληλα υποστηρικτές του Μακαρίου και της πολιτικής του και το άλλο «από θέσεως αρχής» – και πάλι – οι υιοθετούντες ως θέσφατο και αναντίλεκτο οτιδήποτε και από οποιουσδήποτε προερχόταν από την Αθήνα και που ήταν, παράλληλα, «άνθρωποι» του στρατηγού Γρίβα.

Εκείνη η συζήτηση είχε μια κατάληξη, που και σήμερα ακόμη αρκετοί δεν είδαν την πραγματική σημασία της.

Είχε κατατεθεί στη Βουλή, από τον βουλευτή Κώστα Χριστοδουλίδη, ψήφισμα υπέρ της Ένωσης, για να εγκριθεί ως επιστέγασμα της συζήτησης. Έλεγε το ψήφισμα, που κατέθεσε ο Κώστας Χριστοδουλίδης:

«Η Βουλή των Αντιπροσώπων διερμηνεύουσα τους προαιωνίους πόθους του ελληνισμού της Κύπρου και συνειδητοποιούσα την αμετάκλητον απόφασίν του διά σύντομον εθνικήν αποκατάστασιν διακηρύττει ότι:-

1) Παρά τας οιασδήποτε αντιξόους περιστάσεις δεν θα αναστείλη τον νυν διεξαγόμενον, μετά της ομοθύμου συμπαραστάσεως του πανελληνίου αγώνα του, μέχρις ότου ο αγών αυτός ευοδωθή διά της αμέσου ενώσεως της Κύπρου, μετά της μητρός πατρίδος, άνευ ενδιαμέσου σταθμού.

2) Θα συμβάλη με όλα τα εις την διάθεσίν της μέσα, δια την προαγωγήν του κλίματος ψυχικής ενότητος τόσον μεταξύ του Ελληνικού Κυπριακού λαού, όσον και της μητρός πατρίδος και της στενής συνεργασίας μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου, απαραιτήτου προϋποθέσεως δια την ευόδωσιν του εθνικού μας αγώνος».

Ήταν μια εκβιαστική κίνηση. Τι θα έκαμναν οι άλλοι βουλευτές; Θα τολμούσαν να αρνηθούν την έγκριση ενός ψηφίσματος υπέρ της Ένωσης; Ήταν έτοιμοι να καταθέσουν το δικό τους ψήφισμα (από τον βουλευτή Νίκο Κόση, στενό συνεργάτη του Πολ. Γιωρκάτζη) που ήταν βέβαιο ότι θα εξασφάλιζε τη συντριπτική πλειοψηφία της Βουλής. Λειτούργησε έντονο παρασκήνιο και ο Κ. Χριστοδουλίδης, προκειμένου να μη μείνει με τη δική του ψήφο και την ψήφο του Γ. Τζυρκώτη μόνο (κανείς άλλος δεν ταυτίστηκε μαζί τους) ήρθε, ύστερα από παρασκηνιακές διαβουλεύσεις, με τροποποιημένο το δικό του σχέδιο ψηφίσματος, που εγκρίθηκε ομόφωνα από τη Βουλή και είναι το ακόλουθο:

«Η Βουλή των Αντιπροσώπων, διερμηνεύουσα τους προαιωνίους πόθους του Ελληνισμού της Κύπρου και διαδηλούσα την αμετάκλητον απόφασίν του διά σύντομον εθνικήν αποκατάστασιν, διακηρύττει ότι:-

(α) Παρά τας οιασδήποτε αντιξόους περιστάσεις, δεν θα αναστείλη τον νυν διεξαγόμενον, μετά της ομοθύμου συμπαραστάσεως ολοκλήρου του Πανελληνίου αγώνα του, μέχρις ότου ο αγών αυτός ευοδωθή, διά της άνευ ενδιαμέσου σταθμού ενώσεως ενιαίας και ολοκλήρου της Κύπρου μετά της Μητρός Πατρίδος.

(β) Θα συμβάλη με όλα τα εις την διάθεσίν της μέσα εις την προαγωγήν του κλίματος ψυχικής ενότητος μεταξύ του Ελληνικού Κυπριακού λαού και του της Μητρός Πατρίδος ως και εις την στενήν συνεργασίαν μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου, απαραιτήτου προϋποθέσεως δια την ευόδωσιν του Εθνικού μας Αγώνος».

H διαφορά στα δύο κείμενα βρίσκεται στην (α) παράγραφο. Ναι, στην Ένωση, αλλά «ενιαίας και ολοκλήρου της Κύπρου». Έτσι και οι δύο πλευρές μπορούσαν να μιλούν για νίκη: οι μεν Γριβικοί ότι «εξανάγκασαν» τη Βουλή να ψηφίσει υπέρ της Ένωσης, οι δε Μακαριακοί ότι «υποχρέωσαν» τους Γριβικούς να βάλουν την υπογραφή τους κάτω από κείμενο, που ζητούσε την ένωση «ενιαίας και ολοκλήρου της Κύπρου» με την Ελλάδα.

Αυτή η διαφορά στη διατύπωση του κειμένου του ψηφίσματος ήταν ουσιαστικής σημασίας για την Μακαριακή πλειοψηφία της Βουλής, που αντιμετώπιζε τη μομφή των Γριβικών ότι ήταν «ανθενωτική». Η Ένωση «ενιαίας και ολοκλήρου της Κύπρου» εξέφραζε την πολιτική της, κατ’ αντίθεση με την Γριβική μειοψηφία, που αντιμετώπιζε την κατηγορία ότι, από την εποχή του σχεδίου Άτσεσον (και αργότερα επί Αποστατών) ήταν έτοιμη να δεχθεί κάποιας μορφής Ένωση με εδαφικά και άλλα ανταλλάγματα προς την Τουρκία. Έτσι, οι δύο πλευρές ομοφώνησαν ψηφίζοντας για Ένωση, εξακολουθούσαν όμως να ακολουθούν η κάθε μια τη δική της πολιτική για την επίτευξή της. Πολύ σύντομα, ωστόσο, η ποθητή Ένωση, με τη μια ή την άλλη πορεία, θα αποδεικνυόταν όνειρο απατηλό.

ΥΓ: Η στάση του Λέλλου Δημητριάδη, του στοίχισε την έδρα στη Βουλή. Στις εκλογές του Ιουλίου 1970, σε σύσκεψη στο ξενοδοχείο Κατσελλής στη Λευκωσία, με πιέσεις της Χούντας, αποκλείστηκε από το ψηφοδέλτιο του Ενιαίου Κόμματος.

πηγή: http://www.philenews.com/f-me-apopsi/paremvaseis-ston-f/article/414553/to-psifisma-ga-tin-enosi-to-67

Ο Σπύρος Κέττηρος είναι δημοσιογράφος.

Join our mailing list

Never miss an update

bottom of page