Γιατί η λεγομένη «Συμφωνία των Πρεσπών», 17/6/18, είναι απολύτως παράνομη και παραβιάζει το ελληνικό
Α΄ μέρος Οι παραβιάσεις του ελληνικού Συντάγματος και των ελληνικών νόμων Στις 7 Δεκεμβρίου 2018 θα συζητηθεί στην ολομέλεια του Δικαστηρίου του Συμβουλίου της Επικρατείας η αίτηση των Παμμακεδονικών Ενώσεων περί: αναστολής της «Συμφωνίας των Πρεσπών», (17/6/18,) και των συμπροσβαλλόμενων πράξεων, των επιστολών του Υπουργού Εξωτερικών προς ΕΕ και ΝΑΤΟ.
Θέλω εξαρχής να τονίσω ότι η 7/12/2018 είναι μια ημερομηνία ορόσημο για παράλληλη παράσταση και προσφυγή στο ΣτΕ οποιουδήποτε Μακεδονικού Δήμου-πόλεως, Μακεδονικού φορέα, συλλόγου ή και Μακεδόνα ως άτομο, που έχουν οποιοδήποτε! έννομο συμφέρον, )εθνικό ή και απλό εμπορικό) να προσφύγουν στο ΣτΕ παράλληλα με την προσφυγή των Παμμακεδονικών οργανώσεων κατά της δουλόφρονος και προδοτικής «Συμφωνίας των Πρεσπών».
Αυτό αποτελεί μια δεύτερη ευκαιρία για κάθε Μακεδόνα πατριώτη ο οποίος με την κατάλληλη νομική και συνταγματολγική υποστήριξη μπορεί να ζητήσει την δικαίωσή του στο δικαστήριο του ΣτΕ.
Όσα θα παραθέσω είναι μόνο ένα ταπεινό ερέθισμα για τους νομικούς και συνταγματολόγους Έλληνες πατριώτες.
Ως μη νομικός εύχομαι να οικοδομήσουν και να αξιοποιήσουν τις ιδέες μου, οι οποίες κατατίθενται με βαθύτατο αίσθημα αγωνιάς για την επαπειλούμενη καταστροφή της ιδιαίτερης πατρίδος μου της Μακεδονίας, της γενέτειράς μου, διαίωνια ελληνικής Θεσσαλονίκης, αλλά και της απειλούμενης, κυρίως από εσωτερικούς εχθρούς, πατρίδος μου, της Ελλάδος.
Η λεγομένη «Συμφωνία των Πρεσπών», 17/6/18, είναι παράτυπη, παράνομη και δόλια και αποτελεί το επιστέγασμα μιας νομικής απάτης με συμμετοχή διεθνών παραγόντων. Αυτή την στιγμή δεν ισχύει, διότι, όπως η ίδια προβλέπει δεν έχει ακόμη καταστεί ενεργός ούτε κυρωθεί. Είναι δε εντόνως αμφίβολο αν ποτέ κυρωθεί στον ΟΗΕ, ώστε να αποκτήσει διεθνή ισχύ και εφαρμογή για λόγους οι οποίοι ξεπερνούν το παρόν κείμενο.
Η εν λόγω «Συμφωνία» παραβιάζει τη Διεθνή νομολογία και τη Σύμβαση της Βιέννης, και είναι αποτέλεσμα παράνομων διεθνών πιέσεων και εκβιασμών προς την Ελλάδα.
Έτσι, είναι ουσία άκυρη. Ειδικότερα, στο εσωτερικό της χώρας μας, είναι αποτέλεσμα μιας λυσσώδους πολιτικής βυσσοδομίας βασιζόμενης σε νομικίστικα επιχειρήματα τα οποία παίζουν με τη νομιμοφανή τυπολογία των νόμων και του Συντάγματος, αλλά αγνοούν την ουσία. Και ως γνωστόν οι δικαστές δεν κρίνουν μόνο το τυπικό γράμμα του νόμου –αλλιώς δεν θα υπήρχε δικαστική κρίση–, αλλά και την ουσία των πραγμάτων, δηλαδή την εθνική καταστροφή της χώρας και του κράτους μας, την καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς και συνέχειας των Ελλήνων, καθώς και των οικονομικών τους συμφερόντων.
Η «Συμφωνία των Πρεσπών» εκτός από την εκχώρηση απαράγραπτων ελληνικών εθνικών δικαιωμάτων με την παράδοση του αποκλειστικά ελληνικού ονόματος «Μακεδονία», και αντίστοιχη εθνότητα και γλώσσα στους Σλαβοαλβανούς υπηκόους ενός ξένου κράτους, επιφυλάσσει βαρύτατες δουλείες σε βάρος της χώρας μας.
Αυτές είναι: η εκχώρησης λιμένων και ΑΟΖ (Άρθρο 13), οδών μεταφοράς προϊόντων, η υποχρέωση της Ελλάδος να κατασκευάσει τεράστια δομικά έργα ενέργειας, η υποχρέωση για μεταφορά υψηλής τεχνογνωσίας προς την FYROM, (Άρθρο 14), αλλά και η παραχώρηση ελληνικών εμπορικών δικαιωμάτων και σημάτων σε προϊόντα από χάλυβα και σωληνουργικά μέχρι τρόφιμα των οποίων η δήθεν διασφάλιση θα υλοποιηθεί μετά από 5 χρόνια!!!. Έτσι, η «Συμφωνία» αυτή καθίσταται άμεση απειλή για τα εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδος, τον ελληνικό λαό, αλλά και την κρατική υπόσταση της χώρας μας. Ειδικότερα: στοιχεία της ακυρότητας με βάση το ελληνικό Σύνταγμα και τους νόμους 1. Η λεγομένη «Συμφωνία των Πρεσπών» παραβιάζει το ελληνικό Σύνταγμα, και ειδικά την θεμελιώδη αρχή της λαϊκής κυριαρχίας: Άρθρο 1, παρ 2 και 3.
Το πολίτευμά μας είναι προεδρευομένη κοινοβουλευτική δημοκρατία, και όλες οι εξουσίες οφείλουν να πηγάζουν από τον λαό και να υπάρχουν υπέρ αυτού και του έθνους, όπως σε αυτό ορίζεται. Έτσι, η κυβερνητική πολιτική οφείλει να είναι έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας κάθε στιγμή.
Όμως, ως προς την εν λόγω «Συμφωνία», ο ελληνικός λαός είναι αντίθετος σε ποσοστά τα οποία ξεπερνούν και το 84% στη Μακεδονία και τουλάχιστον 74% στην υπόλοιπη Ελλάδα.
2. Η Ελλάδα δεν κυβερνάται με καθεστώς Πρωθυπουργικής δικτατορίας, ενός κόμματος, του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο στις τελευταίες εκλογές έλαβε το απολύτως μειοψηφικό ποσοστό 19,3% σε αριθμό ψηφισάντων επί του συνολικού αριθμού των Ελλήνων που έχουν δικαίωμα ψήφου. Ούτε είναι δυνατόν αυτό το πραξικοπηματικά αποκτημένο δικτατορικό δικαίωμα του Πρωθυπουργού να μεταβιβάζεται στον υπουργό των Εξωτερικών προκειμένου να παραδώσει ελληνικά εθνικά δικαιώματα και εδάφη σε ξένο κράτος.
3. Η λεγομένη «Συμφωνία των Πρεσπών» προτάσσει ήδη από τον τίτλο της τα εξής: «Τελική συμφωνία για την επίλυση των διαφορών οι οποίες περιγράφονται στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, 817 (1993) ΚΑΙ 845 (1993), τη λήξη της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995, και την εδραίωση στρατηγικής εταιρικής σχέσης.».
Είναι αυταπόδεικτο από τον εν λόγω τίτλο, ότι ο καταληκτικός στόχος της «Συμφωνίας» ΔΕΝ είναι μόνο η δήθεν επίλυση του ονοματολογικού της FYROM σε βάρος της Ελλάδος, αλλά και αυτό που προτάσσεται εμφαντικά, δηλαδή: η «εδραίωση στρατηγικής εταιρικής σχέσης.» Και αυτή η σχέση ως είναι γνωστόν νοείται με την ένταξη της FYROM στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε. Έτσι, για αυτήν την «στρατηγική εταιρική σχέση» η Ελλάδα καλείται, όπως γράφει το ίδιο το κείμενο αυτής της δουλόφρονος για τη χώρα μας «Συμφωνίας», να δεσμευτεί με όρους δουλείας οι οποίοι θα αναφερθούν λεπτομερώς πιο κάτω.
4. Οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών τις οποίες επικαλείται η εν λόγω «Συμφωνία» είναι εκλεκτικιστικά δόλια επιλεγμένες και αποκλειστικά σε βάρος της Ελλάδος, καθώς παραβλέπουν ή αποσιωπούν άλλες αποφάσεις διεθνείς και ελληνικές οι οποίες για την Ελλάδα είναι ευνοϊκές, σημαντικές, και αντιθέτως καταδικαστικές για την FYROM.
Στην εν λόγω Συμφωνία αποκρύπτονται και εξαιρούνται θεμελιώδη γεγονότα της πρόσφατης ιστορίας του ζητήματος ονομασίας της FYROM τα οποία είναι διεθνώς γνωστά. Κι αυτά είναι:
4.1. Την απόφαση-δέσμευση με 3 όρους τους οποίους έθεσε η ΕΟΚ, (συμβούλιο υπουργών εξωτερικών), στις 16/12/1991, η οποία ως σήμερα δεν έχει αλλάξει με άλλη απόφαση του ιδίου ή αναλόγου οργάνου, σύμφωνα με την οποία, ζητήθηκε από καθένα εκ των κρατών της πρώην Γιουγκοσλαβίας, να δεσμευτούν εκτός των άλλων ότι: «δεν θα διεξάγει εχθρική προπαγάνδα συμπεριλαμβανομένης και της χρήσης της ονομασίας που συνεπάγεται εδαφικές διεκδικήσεις.» Επ’ αυτού είναι πασίγνωστη η σχετική τοποθέτηση του τότε Προέδρου της Γαλλίας Φρανσουά Μιτεράν και άλλων Ευρωπαίων αρχηγών.
4.2. Οι αποφάσεις-δεσμεύσεις, όπως αυτές χαράχτηκαν στις ιστορικές συσκέψεις των Ελλήνων πολιτικών αρχηγών με τον τότε πρόεδρο Δημοκρατίας, στις 18/2/1992 και στις 13/4/1992 κατά τις οποίες σε κοινή τους απόφαση δεν δέχονταν να παραδοθεί στους Σκοπιανούς το όνομα «Μακεδονία ή τα παράγωγά του» και σε οποιαδήποτε γλώσσα. Αυτή ήταν και η μόνη πραγματική εθνική γραμμή της Ελλάδος και έκτοτε δεν υπήρξε καμία άλλη σύσκεψη, σύνοδος, ή απόφαση σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο, ούτε στην βουλή των Ελλήνων που να αλλάζει αυτή τη γραμμή.
5. Η παραπειστικά ελλιπής, λεγόμενη «Συμφωνία των Πρεσπών» είναι δόλια, και βλαπτική για την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό, καθώς αντιβαίνει τις αρχές και τους σκοπούς του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, της Τελικής Πράξης του Ελσίνκι του 1975, των σχετικών Πράξεων του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη («ΟΑΣΕ») και τις αξίες και αρχές του Συμβουλίου της Ευρώπης, οι οποίες καθοδηγούνται από το πνεύμα και τις αρχές της δημοκρατίας, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών και της αξιοπρέπειας. Όλα αυτά έχουν ακυρωθεί-καταργηθεί με την εν λόγω «Συμφωνία» για την μεγίστη πλειοψηφία του ελληνικού λαού η οποία εναντιώνεται σε αυτήν.
6. Βάσει του ελληνικού Συντάγματος, Άρθρα 34, 35 και ειδικά στο Άρθρο 36 ρητώς προβλέπεται ότι οι διεθνείς συμφωνίες υπογράφονται από τον Πρόεδρο της ελληνικής Δημοκρατίας, και φυσικά η υπογραφή του Έλληνα ΥΠΕΞ δεν είναι τελεσιδίκως δεσμευτική. Ειδικά δε η υπογραφή του Προέδρου της ελληνικής Δημοκρατίας τίθεται μόνο: «Όταν τo συμφέρoν και η ασφάλεια τoυ Kράτoυς τo επιτρέπoυν». Είναι καταφανές, ότι αυτή η «Συμφωνία» δεν είναι επιθυμητή από την μεγίστη πλειοψηφία του ελληνικού λαού, γιατί δεν υπηρετείται ούτε το Συμφέρον ούτε η Ασφάλεια της Ελλάδος, και αντιθέτως με αυτήν τίθεται σε άμεσο κίνδυνο διαμελισμού η ελληνική επικράτεια, καθώς εκχωρεί ελληνικά εθνικά δικαιώματα σε ξένη χώρα.
7. Η FYROM δεν αναφέρεται στην εν λόγω συμφωνία με το όνομά της, και με το οποίο είναι αναγνωρισμένη ως υποκείμενο του δημοσίου διεθνούς δικαίου, αλλά με την διατύπωση «Δεύτερο μέρος» και με τη δόλια παραπομπή στις εκλεκτικιστικά, όπως προαναφέρθηκε, αποφάσεις του ΟΗΕ με τις οποίες αναγνωρίσθηκε ως υποκείμενο του δημοσίου διεθνούς δικαίου με την «προσωρινή» ονομασία της.
7.1. Η απάλειψη του ονόματος της FYROM και η αναφορά σε αυτήν αποκλειστικά και μόνο με τον όρο: «Δεύτερο μέρος» χρήζει νομικής έρευνας, ως προς εάν αυτό συνάδει με τα διεθνώς ισχύοντα σε ανάλογες συμφωνίες, καθώς όλα τα κράτη που συνάπτουν διεθνείς ή διμερείς συμφωνίες αναφέρονται ρητώς με το επίσημο κρατικό τους όνομα. Σημειώνεται, ότι η Ελλάδα αναφέρεται με το όνομά της.
8. Στην από 17-6-2018 διοικητική πράξη υπογραφής, της λεγομένης «Συμφωνίας των Πρεσπών», από τον Έλληνα ΥΠΕΞ σαν «Τελική Συμφωνία για την επίλυση των διαφορών οι οποίες περιγράφονται στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών 817(1993) και 845(1993), αναφέρεται και η λήξη της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995. Αυτό όμως είναι παράνομο, δόλιο και καταχρηστικό. Γιατί η «Ενδιάμεση Συμφωνία» καταπατήθηκε και ακυρώθηκε στην πράξη από την FYROM, επί κυβερνήσεως Γκρουέφσκι. Όταν αυτή προέβη σε κατάφορη κλοπή της εθνικής κληρονομιάς της μίας και μόνης ελληνικής Μακεδονίας με την ανέγερση μνημείων και αγαλμάτων του Μ. Αλεξάνδρου, του Φιλίππου, και χρήση συμβόλων, μεταξύ των οποίων και το αστέρι της Βεργίνας, καθώς και με την χρησιμοποίηση τοπωνυμίων και ονομάτων αμιγώς ελληνικών, σαν δήθεν ιστορικά πρόσωπα και ονόματα της FYROM. Η καταπάτηση της «Ενδιάμεσης Συμφωνίας» του 1995 από την FYROM την τερμάτισε, καθώς αυτή προσεβλήθη σε όλα της τα 40 σημεία, αποδεικνύοντας έτσι την κακοπιστία της FYROM, τα κίνητρα και τους σκοπούς της. Άρα, η «Ενδιάμεση Συμφωνία» ήταν ήδη ανενεργός και άκυρη και δεν μπορεί να αναφέρεται ως βάση συνέχειας στη λεγόμενη «Συμφωνία των Πρεσπών», τις 17-6-2018.
Σημειώνεται, ότι η «Ενδιάμεση Συμφωνία» ουδέποτε κυρώθηκε από την ελληνική βουλή και σε συνάρτηση με την απόλυτη καταπάτησή της από την FYROM, όπως προαναφέρθηκε, θέτει σε δοκιμασία ουσιαστικής ακυρότητας τη σχετική νομολογία περί «Συμφωνιών απλοποιημένης μορφής», κ.λπ., περί μιας «Συμφωνίας» που πρωτοκολλήθηκε μεν στον ΟΗΕ, χωρίς να κυρωθεί από την Ελλάδα, καταπατήθηκε δε από την FYROM!
9. Η λεγόμενη «Συμφωνία των Πρεσπών» καταπατήθηκε την ίδια ημέρα της υπογραφής της, (17/6/18) αφού βάσει των όσων εμπεριέχει η ίδια στο Άρθρο 3, προβλέπεται πως: «Κανένα από τα Μέρη δεν θα εκφράσει ή υποστηρίξει οιεσδήποτε διεκδικήσεις για οιοδήποτε τμήμα της επικράτειας του άλλου Μέρους ή διεκδικήσεις για αλλαγή στο υφιστάμενο κοινό τους σύνορο.» Και στο Άρθρο 6, απαγορεύονται: «εχθρικές δραστηριότητες, ενέργειες ή προπαγάνδα από κρατικές υπηρεσίες ή υπηρεσίες αμέσως ή εμμέσως ελεγχόμενες από το κράτος και για την πρόληψη δραστηριοτήτων που πιθανόν να υποδαυλίζουν τον σωβινισμό, την εχθρότητα, τον αλυτρωτισμό και τον αναθεωρητισμό εναντίον του άλλου Μέρους.» Όμως αυτά ήδη συμβαίνουν, γιατί ο πρωθυπουργός της FYROM, κ. Ζόραν Ζάεφ, αμέσως μετά την υπογραφή προέβη σε διεκδικήσεις και προπαγάνδα, καθώς αναφέρεται συνεχώς στην χώρα του με τη λέξη «Μακεδονία», μιλά για «Μακεδονικό Στρατό», «Μακεδονική γλώσσα», «Μακεδονική εθνότητα», κ.λπ., χωρίς το υποχρεωτικό επίθετο «Βόρεια», «Βόρειος», κ.ο.κ. Σημειώνεται, ότι ο στρατός της FYROM ήδη χρησιμοποιεί μόνο τη λέξη «Μακεδονία» στις στολές των ανδρών του. Αυτά όλα σημαίνουν καταπάτηση και ακύρωση εξαρχής της δουλόφρονας για την Ελλάδα «Συμφωνίας των Πρεσπών», αφού η FYROM διεκδικεί άμεσα την ενσωμάτωση σε αυτήν κάθε έννοια και υπόσταση της μοναδικής Μακεδονίας των Ελλήνων, ως περιοχή της Βορείου Ελλάδος, η οποία φέρει και το μοναδικό αρχαιοελληνικό όνομα.
10. Σύμφωνα με την Προσφυγή στο ΣτΕ των δεκατεσσάρων (14) Παμμακεδονικών οργανώσεων της Ελλάδος και του Εξωτερικού (μεταφέρω εδώ μερικά επιχειρήματα) η υπογραφή συμφωνίας εκ μέρους του ΥΠΕΞ Ελλάδος κ. Κοτζιά αποτελεί προσβαλλόμενη πράξη καθώς είναι εκτελεστή διοικητική πράξη.
Αυτό προκύπτει από το διεθνώς αποδεκτό: argumentum a maiore ad minus. Δηλαδή, αν είναι δυνατόν το μείζον, να προσβληθεί δικαστικώς, όπως το προεδρικό διάταγμα που θα κυρώσει και επικυρώσει μια διεθνή συμφωνία, είναι δυνατόν και το έλασσον να προσβληθεί, το οποίο είναι η υπογραφή ενός ΥΠΕΞ σε μία «Συμφωνία». Αυτό σημαίνει ακόμη ότι και μετά την υπογραφή της εν λόγω «Συμφωνίας» είναι δυνατόν αυτή να καταγγελθεί και εκ των υστέρων εκ μέρους της Ελλάδος και σε οποιοδήποτε χρόνο, αφού ως διμερής «Συμφωνία» δεν παράγει μόνιμα και διαιώνια αποτελέσματα, βάσει των όσων ισχύουν τόσο στο ελληνικό όσο και στο διεθνές δίκαιο.
Στα προαναφερθέντα συμφωνεί και η νομολογία του Δικαστηρίου της Επικρατείας της Ελλάδος ήδη από τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του. Τότε, είχαν προσβληθεί δικαστικώς οι πράξεις που αφορούσαν την Συνθήκη της Άγκυρας με την οποία στο πλαίσιο της αποκαταστάσεως των ελληνοτουρκικών σχέσεων είχε η Ελλάδα παραιτηθεί ουσιαστικά από τις αποζημιώσεις που δικαιούνταν οι πρόσφυγες. Σε συνδυασμό με τα ανωτέρω το Δικαστήριο της Επικρατείας της Ελλάδος έχει αρνηθεί το χαρακτήρα κυβερνητικής πράξεως σε μείζονας σημασίας πολιτικές αποφάσεις οικονομικής πολιτικής (ΣτΕ 1129-1155/2016 Ολομέλεια, ΣτΕ 237-239/2015 και 425/2015 Ολομέλεια, 1116-1117/2014 Ολομέλεια), ανατρέποντας σχετική παλιότερη νομολογία. Σημειώνεται, ότι οι πράξεις του σημερινού ΥΠΕΞ δια της εν λόγω «Συμφωνίας» έχουν επίπτωση σε συνταγματικώς προστατευόμενα ατομικά δικαιώματα και σε πολιτικά δικαιώματα των Ελλήνων πολιτών.
Βάσει αποφάσεων του ελληνικού Δικαστηρίου του ΣτΕ υπάρχει δεδικασμένο, καθώς το εν λόγω δικαστήριο έχει θέσει σε σχετιζόμενη απόφασή του δύο περιορισμούς σε σχέση με την αναγνώριση μιας πράξεως ως κυβερνητικής: ο πρώτος είναι το αυτονόητον, ότι υφίσταται, πρώτον, τήρηση των συνταγματικών διατάξεων και ο δεύτερος, η δυνατότητα ανορθώσεως των οικονομικών συνεπειών που αντανακλαστικά προκύπτουν εκ της χαρακτηριζόμενης ως κυβερνητικής πράξεως.
Και οι δύο αυτές προϋποθέσεις δεν ισχύουν στη προκείμενη περίπτωση και αυτό διότι δεν τίθεται μεν θέμα διαχείρισης της πολιτικής εξουσίας, αλλά εν προκειμένω τίθενται σοβαρά ζητήματα προστασίας της ίδιας της κρατικής υποστάσεως και του δημοσίου συμφέροντος στην πλέον στενή έννοια του. Ενώ, για την οικονομία της Μακεδονίας η ζημία θα είναι τόσο μεγάλη που θα είναι αδύνατον να αποζημιωθεί. Πόσο μάλλον όταν διαφαίνεται η δόλια μεθόδευση η «Συμφωνία» αυτή να μην κυρωθεί με νόμο, αλλά πιθανώς ούτε και με διάταγμα, παρά να θεωρηθεί ως «συμφωνία απλοποιημένης μορφής»–όπως συνέβη και με την «Ενδιάμεση Συμφωνία».
Έτσι, η λεγομένη «Συμφωνία των Πρεσπών» θίγει τον πυρήνα του δημοσίου συμφέροντος. Το καταφανές πρόβλημα είναι η παραχώρηση για χρήση του ονόματος της Μακεδονίας, το οποίο ισοδυναμεί ουσιαστικά με απαλλοτρίωση του επιθέτου «μακεδονικός» και των παραγώγων του. Αυτό, τελικά, συνεπάγεται και την παραχώρηση ελληνικών εδαφών μέσω της σταδιακής εκχώρησης εκλογικών δικαιωμάτων σε Σλαβοαλβανούς, οι οποίοι στο πλαίσιο της ΕΕ θα μπορούν να μεταναστεύουν στην Ελλάδα και, όπως ήδη γίνεται με άλλο τρόπο στη Θράκη, να εγείρουν κάποια στιγμή δικαιώματα απόσχισης της Μακεδονίας είτε μέσω δημοτικών παρατάξεων είτε με την δημιουργία αποσχιστικού κόμματος μιας δήθεν «Αλύτρωτης μεγάλης Μακεδονίας».
11. Για να είναι σύννομος κάθε διεθνής συμφωνία της Ελλάδος, διμερής ή πολυμερής θα πρέπει να τηρείται η συνταγματικά προδιαγεγραμμένη διαδικασία. Το Σύνταγμα, μέσω του άρθρου 103, απαιτεί οι διοικητικές αποφάσεις να διεκπεραιώνονται από μονίμους δημοσίους υπαλλήλους. Εν προκειμένω, είναι γνωστό ότι πλην ενός υπαλλήλου του Κλάδου Εμπειρογνωμόνων (που συνέταξε μη όντας νομικός το αρχικό σχέδιο) δεν υπήρξε ενεργή συμμετοχή των υπαλλήλων του Διπλωματικού Κλάδου ή της Ειδικής Νομικής Υπηρεσίας οι οποίοι τελικώς πληροφορήθηκαν το περιεχόμενο της λεγομένης «Συμφωνίας των Πρεσπών» από τα ΜΜΕ. Η όλη διαδικασία έγινε εντός του Γραφείου Υπουργού και από αναρμόδια όργανα και από εξωϋπηρεσιακούς παράγοντες άνευ εμπειρίας στην διατύπωση διεθνών κειμένων!
Όμως, αυτό αποτελεί κατάφορη παραβίαση των αναφερομένων στο άρθρο 5 και 16 του Ν. 3566/2007 (ΦΕΚ Α΄ 117) με τον οποίο κυρώθηκε ο Οργανισμός του Υπουργείου Εξωτερικών. Γι’ αυτό και υπάρχουν τόσο πολλές και σοβαρότατες παραλείψεις οι οποίες δεν διασφαλίζουν την ελληνική πλευρά.
Έτσι, π.χ., δεν προβλέπεται ότι σε περίπτωση που η «Συμφωνία» δεν κυρωθεί τελικά, κανένα δικαίωμα δεν προκύπτει από αυτήν στο πλαίσιο άλλης μελλοντικής διαπραγμάτευσης. Δηλαδή, παραλείπεται δολίως και σκοπίμως και δεν αναφέρεται ρητώς, όπως έπρεπε, το διεθνώς νόμιμο: «Status quo ante», ήτοι «Επαναφορά στο προηγούμενο της Συμφωνίας καθεστώς πραγμάτων». Καθεστώς κατά το οποίο η FYROM παραμένει FYROM και έτσι συνεχίζει να «απολαμβάνει» την δήθεν ισχυρή αναγνώρισή της από 140 χώρες του πλανήτη πλην της Ελλάδος, την μόνη χώρα η οποία μπορεί να την νομιμοποιήσει διεθνώς.
12. Ως προς ύψιστο το διακύβευμα της εθνικής καταστροφής της Ελλάδος δεν επαρκεί το νομικίστικο δικαίωμα του Έλληνα ΥΠΕΞ να μη πάρει έγκριση ούτε από το Υπουργικό Συμβούλιο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ούτε από την Βουλή (όπως θα έπρεπε), αλλά να ενεργήσει μόνος του. Έτσι, υπέγραψε μια διεθνή συνθήκη, αντίθετα στην πάνδημη λαϊκή βούληση, θέλοντας να προκαταλάβει με δόλιο τρόπο τις σχετικές ενέργειες υπογραφής του Προέδρου της Δημοκρατίας. Η παρουσία του Πρωθυπουργού στις Πρέσπες δίνει μεν πολιτική κάλυψη όχι όμως και νομική προκειμένου, επαναλαμβάνω, για υψίστης σημασίας εθνικό θέμα υπόστασης της Ελλάδος και του λαού της. Το νομικίστικό επί της «Δεδηλωμένης» είναι ότι στην ουσία και στην πράξη! δεν υπάρχει κυβερνητική πλειοψηφία επί του συγκεκριμένου θέματος, καθώς ο κυβερνητικός εταίρος, ΑΝΕΛ, απαραίτητος για την ύπαρξη της κυβέρνησης, δηλώνει επισήμως την αντίθεσή του στην παραχώρηση του ονόματος της «Μακεδονίας» και, ότι, θα ρίξει την κυβέρνηση όταν θα έρθει το θέμα στη βουλή. Τέτοια δικτατορική πολιτική η Ελλάδα δεν έχει γνωρίζει ποτέ στην ιστορία της. Κι αυτό είναι ένα ύψιστο ζήτημα που πρέπει να το λάβουν υπόψη τους οι Έλληνες δικαστές του ΣτΕ.
13. Η λεγόμενη «Συμφωνία των Πρεσπών» παραβιάζει το άρθρο 27 του Συντάγματος περί: «απαγόρευσης αλλαγής των ορίων της επικράτειας», καθώς είναι καταφανές ότι δεν επιτρέπεται ούτε η αλλαγή γεωγραφικών όρων και η απαλλοτρίωση εδαφών εντός της ελληνικής επικράτειας τα οποία ανάγονται σε αρχαίους χρόνους. Εδώ κρύβεται δόλια και ύπουλα και το ζήτημα σιωπηρής μεταβολής όρων σε σειρά διεθνών συμφωνιών, όπως το ελληνοσερβικό Πρωτόκολλο των Αθηνών της 5-5-1913, η ελληνοσερβική Συμφωνία της 1-6-1913, το Οριοθετικό Πρακτικό της 21-7-1913 και η Συνθήκη Βουκουρεστίου της 28-7-1913 (ΓενΚωδικ σελ. 152), στις οποίες γίνεται καθορισμός των συνόρων και ορίζεται ως Μακεδονία μόνο τα παραχωρούμενα στην Ελλάδα εδάφη.
14. Παραβιάζεται ακόμη και το άρθρο 108 παρ. 1 του Συντάγματος, καθώς η «Συμφωνία» αποκόπτει τόσο τους γηγενείς Έλληνες όσο και τον απόδημο ελληνισμό από ουσιώδη στοιχεία της ιστορίας, του πολιτισμού και της ταυτότητάς τους, καθώς άσχετοι με αυτά Σλαβοαλβανοί θα τα διεκδικούν όλα στο μέλλον και σε μελλοντικές γενεές. Κι αυτό σημαίνει ουσιώδη και ριζική αποκοπή των Ελλήνων από την πολιτιστική τους κληρονομιά.
15. Συνδυαστικά με το προαναφερθέν άρθρο 108 παρ. 1 παραβιάζονται και τα άρθρα 2 παρ. 1 και το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος, γιατί επέρχεται μείωση της αξίας, προσβολή της προσωπικότητας και σειράς ατομικών δικαιωμάτων των Ελλήνων μοναδικών Μακεδόνων λόγω της αφαιρέσεως ουσιώδους στοιχείου της πολιτιστικής τους ταυτότητας, δηλαδή της ίδιας της ονομασίας τους. Έτσι, κατ’ επέκταση θίγεται και η οικονομική ελευθερία, αλλά και τα περιουσιακά δικαιώματα των Ελλήνων μοναδικών Μακεδόνων (άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ). Διότι επέρχεται βλάβη σε ήδη κατοχυρωμένα σήματα και εμπορικές επωνυμίες χωρίς να υπάρχει τελεσίδικη μέριμνα για την προστασία τους ταυτόχρονα με την κύρωση της εν λόγω «Συμφωνίας». Γιατί, αυτό παραπέμπεται στο ασαφές μέλλον και μετά παρέλευση 5ετίας, χωρίς να υπολογίζεται εντωμεταξύ η οικονομική ζημία των Ελλήνων, ούτε το τι θα γίνει μετά από αυτήν την 5ετία σε περίπτωση που τελικά δεν υπάρξει συμφωνία. Ωστόσο, η Ελλάδα θα έχει ήδη δώσει προκαταβολικά την συγκατάθεσή της για είσοδο της FYROM σε ΝΑΤΟ και ΕΕ.
Κλείνοντας αυτό το «Α΄ Μέρος» σημειώνω πως στο «Β΄ Μέρος» ανάλογου κειμένου μου θα παραθέσω στοιχεία βάσει των οποίων η λεγομένη «Συμφωνίας των Πρεσπών» είναι άκυρη και παράνομη και σε διεθνές επίπεδο.
Όπως έχω γράψει κατ’ επανάληψη, ο Νέος Μακεδονικός Αγώνας, για να παραμείνει η Μακεδονία ελληνική, συνεχίζεται και θα συνεχιστεί με κάθε εξέλιξη, με κάθε μέσο και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.
Η Μακεδονία είναι μόνο Ελλάδα. Γιώργος Ρωμανός Συγγραφέας, ιστορικός ερευνητής πηγή: http://bankingnews.gr/index.php?id=375604