Σχέδιο διδακτικής πρότασης για το ενωτικό Δημοψήφισμα του 1950
Η φετινή επέτειος του ενωτικού δημοψηφίσματος της 15ης Ιανουαρίου 1950 αποκτά διαφορετικές διαστάσεις, καθώς μας βρίσκει στην τελευταία φάση της προεκλογικής περιόδου, την ακατάλληλη για τους απλούς πολίτες, ενώ συνδέεται συνειρμικά με όσα τραγελαφικά έγιναν, τον Φεβρουάριο του 2017, μετά την ψήφιση από την Ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων του κανονισμού για ολιγόλεπτη επετειακή αναφορά για το Δημοψήφισμα στα σχολεία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Όλοι θυμόμαστε τη θεατρική οργή του Μουσταφά Ακιντζί, την ακατανόητη στάση των ηγεσιών των δύο μεγάλων ε/κυπριακών κομμάτων, τις σχετικές δηλώσεις του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών. Μια αχρείαστη κρίση, που κατέληξε σε ένα (ακόμη) δικό μας θεαματικό αυτογκόλ, από αυτά που τρέφουν και γιγαντώνουν τον μινώταυρο των τουρκικών απαιτήσεων, που μεταμορφώνεται, χωρίς αντίδραση, από θύτης σε αθώο θύμα. Και εάν κάποιοι θεωρούν τα παραπάνω υπερβολικά, ας αναζητήσουν στο διαδίκτυο το ύφος και τη ρητορική των πρόσφατων επίσημων επετειακών γιορτών μίσους στα κατεχόμενα για τα «ματωμένα Χριστούγεννα» του 1963.
Σήμερα, όμως, θα μιλήσουμε για το 1950. Με τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου οι φωνές για οργάνωση δημοψηφίσματος στην Κύπρο πύκνωσαν, σε απάντηση των απαξιωτικής αποικιακής αμφισβήτησης της θέλησης του αποικιοκρατούμενου λαού. Μια φωτεινή διέξοδο ελπίδας έδωσε στους Κυπρίους η ίδρυση του ΟΗΕ. Τον Αύγουστο του 1949 έληξε ο αιματηρός ελληνικός Εμφύλιος, με την ήττα του ΔΣΕ, ενώ στη Λευκωσία τερματίστηκε προσωρινά η σοβούσα εσωτερική κρίση στο ΑΚΕΛ, με την εκλογή του Εζεκία Παπαϊωάννου ως γενικού γραμματέα του κόμματος. Είχε προηγηθεί, το 1948, η ανασύνταξη του στρατοπέδου της Εθναρχίας, υπό τον γηραιό Μακάριο Β΄, με την εκλογή των δύο νέων δυναμικών επισκόπων, Κιτίου Μακαρίου και Κυρηνείας Κυπριανού. Τον Σεπτέμβριο του 1949 η «Λαϊκή Παράταξη» πρότεινε στην Εθναρχία τη σύνταξη κοινού ενωτικού υπομνήματος προς τον ΟΗΕ, συνάντησε όμως παγερή άρνηση και αντικομουνιστικές ύβρεις. Έτσι, το ΑΚΕΛ ξεκίνησε σταυροφορία για διεθνοποίηση του Κυπριακού, με την αποστολή, στις 21 Νοεμβρίου 1949, ενωτικού υπομνήματος των «λαϊκών οργανώσεων», που ζητούσε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος υπό την αιγίδα του ΟΗΕ στην Κύπρο, και συγκεντρώνοντας παγκυπρίως, από τα τέλη Νοεμβρίου, χιλιάδες υπογραφές υπέρ του υπομνήματος.
Την πρωτοβουλία του ΑΚΕΛ έσπευσε να οικειοποιηθεί η Εθναρχία, μη αποδεχόμενη αμφισβήτηση των πρωτείων της στο εθνικό ζήτημα από την Αριστερά. Την 1η Δεκεμβρίου 1949, το Γραφείο Εθναρχίας ενημερώθηκε «για την απόφαση της Ιεράς Συνόδου της 18ης Νοεμβρίου 1949 για τη διενέργεια δημοψηφίσματος, με το οποίο ο κυπριακός λαός θα εξέφραζε τη θέλησή του για το πολιτικό μέλλον του τόπου του». Το ΑΚΕΛ, τότε, ανέστειλε τη συλλογή υπογραφών και ανακοίνωσε ότι θα υποστήριζε ολόψυχα το Δημοψήφισμα, τονίζοντας ότι η Εθναρχία ακολουθούσε την πρωτοβουλία του, «για να μην απομονωθεί από το λαό». Όπως έγραψε κατ’ επανάληψη στη δεκαετία του 1950 ο ιστορικός ηγέτης της κυπριακής Αριστεράς, Εζεκίας Παπαϊωάννου, «το δημοψήφισμα της 15ης του Γενάρη 1950 ήταν αποτέλεσμα της πίεσης που εξάσκησε το κόμμα και το λαϊκό κίνημα γενικά απάνω στον Αρχιεπίσκοπο και την δεξιά». Το ΑΚΕΛ χαρακτήρισε το δημοψήφισμα «λαϊκή νίκη» και ως εκδήλωση εθνικής ενότητας και «ενιαίας – μαζικής πολιτικής κινητοποίησης των μαζών». Αντίστοιχη εντύπωση επικράτησε και στο Λονδίνο: όπως γράφτηκε χαρακτηριστικά στους Times, το δημοψήφισμα της Εκκλησίας ήταν «πνευματικό τέκνο των κομμουνιστών».
Ανεξάρτητα από τη διαμάχη για την πατρότητα της πρωτοβουλίας, το δημοψήφισμα διεξήχθη με απόλυτη επιτυχία από την Εθναρχία (αφού αρνήθηκε η τοπική κυβέρνηση να το αναλάβει), «προς διαδήλωσιν της σταθεράς και αμετατρέπτου θελήσεως του κυπριακού λαού υπέρ της ενώσεως της ελληνικής Κύπρου μετά της μητρός Ελλάδος». Όσο εξωπραγματικό κι αν ακούγεται σήμερα αυτό στους ανιστόρητους, και πέρα από το γεγονός ότι το Δημοψήφισμα διασαφήνισε την αδιαμφισβήτητη θέληση των Ελλήνων Κυπρίων για ένωση με την Ελλάδα, η διεξαγωγή του ήταν, πρωτίστως, αποτέλεσμα του αδυσώπητου διαγκωνισμού των κυπριακών πολιτικών δυνάμεων (Εθναρχίας / Δεξιάς και Αριστεράς) για την πρωτοκαθεδρία στον ενωτικό αγώνα. Στον αναγνώστη απομένει να εντοπίσει ομοιότητες ή διαφορές με την πρόσφατη «κρίση του ενωτικού Δημοψηφίσματος». Και η εξαγωγή των πικρών συμπερασμάτων, «επί των ποταμών Βαβυλώνος», εδώ και 44 χρόνια…
* Ο Π. Παπαπολυβίου είναι αναπλ. καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. www.papapolyviou.com