ΠΟΡΙΣΜΑ ΤΩΝ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ ΤΗΣ ΔΙΑΣΚΕΠΤΙΚΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ:
ΠΟΡΙΣΜΑ ΤΩΝ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΣΥΖΗΤΗΣΕΩΝ ΤΗΣ ΔΙΑΣΚΕΠΤΙΚΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ, ΣΤΗΝ ΠΑΦΟ, 26 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2016
BY ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑ on 06/12/2016,
Στις 26 Νοεμβρίου, με πρόσκληση της Ιεράς Μητροπόλεως Πάφου, η Επιτροπή των Δέκα για την Κύπρο, που αποτελείται από διπλωμάτες και ειδικούς επιστήμονες, με βαθειά γνώση και πείρα του Κυπριακού, πραγματοποίησε Διασκεπτική Συνάντηση στην Πάφο, Κύπρο, με αφορμή τις εξελίξεις στο Κυπριακό και ειδικότερα τις διαπραγματεύσεις στο Mont Pelerin της Ελβετίας.
Συγκεκριμένα, κατετέθησαν στη Συνάντηση εισηγήσεις:
α. του πρώην Πρέσβεως της Ελλάδος στην Κύπρο Χρήστου Ζαχαράκι,
β. του πρώην Πρέσβεως της Ελλάδος στην Κύπρο Θέμου Στοφορόπουλου,
γ. του Πρέσβεως ε.τ. Περικλή Νεάρχου,
δ. του Αντιστρατήγου ε.α., πρώην Γενικού Επιθεωρητού του Ελληνικού Στρατού και υπερασπιστή της Λευκωσίας το 1974 Δημήτριου Αλευρομάγειρου,
ε. του Ομότιμου Καθηγητή της Νομικής Σχολής Αθηνών συνταγματολόγου Γεώργιου Κασιμάτη,
στ. του πρώην Πρυτάνεως του Παντείου Πανεπιστημίου, Καθηγητή Κοινωνιολογίας Βασίλη Φίλια,
ζ. του Καθηγητή Στρατηγικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς Παναγιώτη Ήφαιστου,
η. του Καθηγητή Οικονομικής Γεωγραφίας και Γεωπολιτικής και Διευθυντού του Τμήματος Τουρκικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Ιωάννου Μάζη,
θ. του Συγγραφέως και Εκδότη Λουκά Αξελού,
ι. του Καθηγητή Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων Κων/ίνου Γρίβα.
Στη Συνάντηση παρέστησαν και απήυθυναν χαιρετισμό ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος και ο Μητροπολίτης Πάφου Γεώργιος.
Στη Συνάντηση συζητήθηκαν όλες οι βασικές πτυχές του Κυπριακού, οι αναγκαίες προϋποθέσεις για μια δίκαιη λύση και ειδικότερα οι διαπραγματεύσεις στο Mont Pelerin της Ελβετίας. Αναφορικά με αυτές, η Συνάντηση επισημαίνει:
Ι. α. ΤΗΝ ΥΠΑΝΑΧΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΠΛΕΥΡΑΣ ΑΠΌ ΤΗ ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΗΣ ΝΑ ΣΥΖΗΤΗΘΕΙ ΣΤΟ MONT PELERIN ΠΡΩΤΙΣΤΩΣ ΤΟ ΕΔΑΦΙΚΟ, ΤΟ ΟΠΟΙΟ Η ΙΔΙΑ ΠΑΡΕΠΕΜΠΕ, ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΩΣ, ΣΤΟ ΤΈΛΟΣ ΤΗΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΩΣ, ΚΑΙ ΝΑ ΥΠΟΒΑΛΕΙ ΣΧΕΤΙΚΟ ΧΑΡΤΗ.
Αντ’ αυτού, επέμεινε να συζητηθούν παραλλήλως όλα τα θέματα και εξέτρεψε τη συζήτηση για το εδαφικό σε συζήτηση κριτηρίων επί του εδαφικού, αρνούμενη να υποβάλει χάρτη. Διασυνέδεσε επίσης ευθέως το εδαφικό με την προτεινόμενη από την ίδια Πενταμερή Διάσκεψη και με τα κεφάλαια Εγγυήσεων και Ασφάλειας. Ακριβέστερα, η Τουρκική πλευρά κατέστησε προϋπόθεση για το εδαφικό την αποδοχή από την Ελληνική πλευρά Πενταμερούς Διασκέψεως, που αναφέρεται σε εγγυήσεις και παραμονή Τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο και μετά τη λύση.
Η Τουρκική πλευρά υπανεχώρησε επίσης στο θέμα του αριθμού των προσφύγων, που θα μπορούσαν να επιστρέψουν, προσπαθώντας να ελαχιστοποιήσει την επιστροφή κατεχομένων εδαφών και ν’ αποκλείσει ειδικότερα την επιστροφή της Μόρφου.
β. ΑΠΟΔΟΧΗ ΑΠΌ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗΣ ΠΕΝΤΑΜΕΡΟΥΣ ΔΙΑΣΚΕΨΕΩΣ, ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΔΗΛΑΔΗ ΕΓΓΥΗΤΡΙΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΤΩΝ ΣΥΜΦΩΝΙΩΝ ΖΥΡΙΧΗΣ-ΛΟΝΔΙΝΟΥ ΤΟΥ 1960 ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΥΟ ΚΟΙΝΟΤΉΤΩΝ, ΘΑ ΣΗΜΑΙΝΕ ΑΠΟΔΟΧΗ ΕΚ ΠΡΟΟΙΜΙΟΥ ΕΓΓΥΗΤΡΙΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ, ΣΕ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟ ΜΕ ΤΙΣ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ, ΤΟΥΡΚΙΚΩΝ ΣΤΡΑΤΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗ ΛΥΣΗ. ΘΑ ΣΗΜΑΙΝΕ ΕΠΙΣΗΣ ΠΑΡΑΜΕΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΤΑΘΕΡΟΣ ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΠΛΕΥΡΑΣ.
Η προτεινόμενη από την Ελληνική πλευρά Πολυμερής Διεθνής Διάσκεψη για τη συζήτηση της διεθνούς πτυχής του Κυπριακού, η οποία δεν είναι άλλη από τη συνεχιζόμενη Τουρκική κατοχή, δεν πρέπει, προφανώς, να είναι ρητορική παραλλαγή της Πενταμερούς, όπως επιδιώκει η Τουρκική πλευρά. Πρέπει να περιλαμβάνει τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας και την Ευρωπαϊκή Ένωση, της οποίας η Κύπρος, στο σύνολο του εδάφους της, περιλαμβανομένων δηλαδή και των κατεχομένων εδαφών της, είναι χώρα-μέλος. Πρέπει επίσης να έχει ως αντικείμενο τον τερματισμό της Τουρκικής κατοχής, την αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων και τον αποκλεισμό κάθε ιδέας νέων εγγυήσεων. Οι τελευταίες είναι ασυμβίβαστες με την ιδιότητα μιας χώρας-μέλους της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Η Συνθήκη Εγγυήσεως του 1960 είναι κατάλοιπο του αποικιακού παρελθόντος της Κύπρου. Έχει, άλλωστε, παραβιασθεί και στην πράξη καταργηθεί από την ίδια την Τουρκία, η οποία καταχρηστικώς την επεκαλέσθη για την εισβολή της στην Κύπρο. Σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκης, η Τουρκία θα έπρεπε να αποκαταστήσει την προηγούμενη κατάσταση, το status quo ante. Η Τουρκία όμως κατέλαβε και εξακολουθεί να κατέχει έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Διέπραξε δε κάθε είδους διεθνή εγκλήματα σ’ αυτό, όπως σφαγές κατά αμάχων και αιχμαλώτων, εκδίωξη του αυτόχθονος πληθυσμού και εθνοκάθαρση, εποικισμός και καταστοφή της πολιτιστικής κληρονομιάς του νησιού.
γ. Η ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ, ΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΟΝΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΛΕΥΡΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΤΑΚΤΗΜΕΝΟ ΕΔΑΦΟΣ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ ΤΗΣ, ΑΠΟ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΙΩΧΘΗΚΑΝ ΟΙ ΝΟΜΙΜΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΤΟΥ, ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙ ΩΣ ΔΟΛΩΜΑ ΤΟ ΕΔΑΦΙΚΟ ΓΙΑ Ν’ ΑΠΟΣΠΑ ΣΥΝΕΧΩΣ ΥΠΟΧΩΡΗΣΕΙΣ ΑΠΌ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ, ΕΠΙΔΙΩΚΟΝΤΑΣ ΣΤΟΧΟΥΣ ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΟΡΙΟ ΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΠΟΥ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΕΜΠΝΕΕΙ ΜΙΑ ΕΙΛΙΚΡΙΝΗ ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΓΙΑ ΕΞΕΥΡΕΣΗ ΔΙΚΑΙΗΣ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΛΥΣΕΩΣ.
Με την τακτική αυτή, η Τουρκική πλευρά απέσπασε υποχωρήσεις σχετικές με την εσωτερική πτυχή του Κυπριακού, που αγγίζουν το αδιανόητο. Ευθύνη για τις υποχωρήσεις αυτές δεν έχει, προφανώς, μόνο η Τουρκική αδιαλλαξία, παρασπονδία και στρεψοδικία. Είναι γνωστό ότι η τελευταία χρησιμοποιεί τις διακοινοτικές συνομιλίες για την επιβολή και αναγνώριση των τετελεσμένων γεγονότων και του ψευδοκράτους. Βαρύτατες ευθύνες έχει και η επίσημη Ελληνική πλευρά, η οποία προέβη και εξακολουθεί να προβαίνει σε αλόγιστες υποχωρήσεις, αγόμενη από αβάσιμες και ψευδείς ελπίδες και υποκύπτουσα σε πιέσεις και φενακισμούς του ξένου παράγοντα. Ο τελευταίος επιδιώκει, προφανώς, την εξυπηρέτηση των δικών του στρατηγικών συμφερόντων και όχι τη δίκαιη επίλυση του Κυπριακού. Η Τουρκική πλευρά χρησιμοποιεί το εδαφικό ως δόλωμα και εκβιασμό για ν’ αποσπάσει επιπλέον υποχώρηση της Ελληνικής πλευράς και στα θέματα, που αποτελούν τη διεθνή πτυχή του Κυπριακού, τις εγγυήσεις δηλαδή και την παραμονή Τουρκικών στρατευμάτων και μετά τη λύση.
Είναι αδιανόητη οποιαδήποτε Ελληνική υποχώρηση στα καίρια αυτά θέματα.
ΑΠΟΔΟΧΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΟΥΡΚΙΚΩΝ ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΩΝ ΣΤΡΑΤΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗ ΛΥΣΗ, ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΥΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΤΙΚΗ ΕΚΔΟΧΗ ΜΙΑΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ, ΘΑ ΙΣΟΔΥΝΑΜΟΥΣΕ ΜΕ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΟΛΟΚΛΗΡΗΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΣΤΟΝ ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΚΑΙ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ.
ΙΙ . Κατά δεύτερο λόγο, η Συνάντηση επισημαίνει γενικότερα τα παρακάτω:
α. Η ΛΕΓΌΜΕΝΗ «ΔΙΖΩΝΙΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ, ΜΕ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΙΣΟΤΗΤΑ», ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΣΤΕΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΣ ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΛΥΣΗ ΚΑΘΕ ΕΝΝΟΙΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΥΛΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑΣ ΣΤΗΝ «ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΑΚΗ» ΜΕΙΟΨΗΦΙΑ ΚΑΙ ΜΕΣΩ ΑΥΤΗΣ ΣΤΗΝ ΑΓΚΥΡΑ. Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΛΕΓΧΕΙ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΟΥΣ ΚΑΙ ΘΑ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΙ ΝΑ ΤΟΥΣ ΕΛΕΓΧΕΙ, ΓΙΑΤΙ, ΠΡΩΤ’ ΑΠ’ ΟΛΑ, ΑΥΤΟΙ ΕΙΝΑΙ ΗΔΗ ΣΤΗΝ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ ΤΟΥΣ ΕΠΟΙΚΟΙ.
Ποιά πραγματική ανεξαρτησία και κυριαρχία μπορεί να έχει ένα μόρφωμα δύο ισοκυριάρχων μερών, μέσα από το οποίο καταλύεται η αρχή της πλειοψηφίας και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για τη μετατροπή ολόκληρης της Κύπρου σε Τουρκικό προτεκτοράτο; Μέσα στο πλαίσιο αυτό, καμιά απόφαση δεν θα μπορούσε να λαμβάνεται, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη και την επίνευση της Άγκυρας.
β. Η επίσημη Ελληνική πλευρά δέχθηκε, κατ’ αρχήν, τέτοιου είδους συνταγματικές ρυθμίσεις και διαπραγματεύεται τα επιμέρους κεφάλαια. Οι ρυθμίσεις όμως και οι αρχές του είδους αυτού δεν είναι άλλες από εκείνες που περιλαμβάνονται στο Σχέδιο Ανάν, το οποίο απέρριψε, με συντριπτική πλειοψηφία, ο Κυπριακός λαός. Σημειωτέον, η Κύπρος δεν ήταν τότε μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Αντιθέτως, εκβιαζόταν απροκάλυπτα ότι θα έθετε σε κίνδυνο την ένταξή της, εάν απέρριπτε το σχέδιο Ανάν. Ο Κυπριακός όμως λαός δεν πτοήθηκε. Αντελήφθη ότι το ολέθριο αυτό σχέδιο θα άνοιγε το δρόμο για εθνική καταστροφή.
Η Κύπρος δεν είχε επίσης το στρατηγικό πλεονέκτημα του φυσικού αερίου. Το απέκτησε αργότερα, με την ανακάλυψη σημαντικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου. Το νέο αυτό κεφάλαιο ενισχύει τη γεωστρατηγική θέση της Κύπρου και διανοίγει προοπτικές περιφερειακών στρατηγικών συμμαχιών, που ενισχύουν τον διεθνή ρόλο της Κύπρου και την ασφάλειά της. Οι στρατηγικές αυτές συμμαχίες δεν πρέπει να υπονομεύονται με απαράδεκτες υποχωρήσεις και την προοπτική μιας αυτοκαταστροφικής λύσεως, που θα έθετε ολόκληρη την Κύπρο υπό τον γεωπολιτικό και στρατηγικό έλεγχο της Άγκυρας.
ΓΙΑΤΙ, ΛΟΙΠΟΝ, Η ΚΥΠΡΟΣ, ΜΕ ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΑΥΤΑ, ΝΑ ΕΠΙΣΠΕΥΔΕΙ ΓΙΑ ΜΙΑ «ΛΥΣΗ», ΣΤΑ ΜΕΤΡΑ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΙΚΩΝ ΕΠΙΔΙΩΞΕΩΝ, ΑΠΟΔΕΧΟΜΕΝΗ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΑΤΗΓΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΥΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑΣ ΣΤΗ ΜΕΙΟΨΗΦΙΑ ΚΑΙ ΜΕΣΩ ΑΥΤΗΣ ΣΤΗΝ ΑΓΚΥΡΑ;
Προβάλλεται ως επιχείρημα ο ισχυρισμός ότι, με τη διαρροή του χρόνου, παγιώνονται τα τετελεσμένα γεγονότα, αυξάνεται ο αριθμός των εποίκων και γίνεται οριστική και αμετάκλητη η διχοτόμηση. Κανείς δεν αμφισβητεί ότι η πάροδος του χρόνου προάγει την παγίωση των τετελεσμένων γεγονότων. Συμβαίνει όμως όταν αυτή αντιμετωπίζεται με παθητική στάση, που δεν προκαλεί κόστος στην Τουρκική πλευρά, στις σχέσεις της με την Ελλάδα, την Ευρωπαϊκή Ένωση και γενικά στις διεθνείς της σχέσεις. Η παγίωση των τετελεσμένων γεγονότων είναι, αντιθέτως, πολύ μεγαλύτερη, όταν η ίδια η Ελληνική πλευρά, πιεζόμενη από τον ξένο παράγοντα, προβαίνει σε απαράδεκτες υποχωρήσεις αρχών, ακολουθεί ενδοτική πολιτική, που είναι, στην πραγματικότητα, συμπληρωματική της Τουρκικής στρατηγικής και παραβιάζει βασικές κόκκινες γραμμές, που οριοθετούν μια αποδεκτή και βιώσιμη λύση.
Τα παραδείγματα και οι ολέθριες συνέπειες της πολιτικής αυτής καταγράφονται στη συνεχή αιμοδότηση των διακοινοτικών συνομιλιών με νέες Ελληνικές υποχωρήσεις και στην αντιμετώπιση του Κυπριακού, από την ίδια την Ελληνική πλευρά, ως δήθεν διακοινοτικού προβλήματος αντί ως θέματος Τουρκικής εισβολής και κατοχής. Η «συνταγματοποίηση» του Κυπριακού δεν υποβαθμίζει και δεν συγκαλύπτει μόνο το χαρακτήρα του ως θέματος εισβολής και κατοχής. Παρουσιάζει επίσης την κατεχόμενη Κύπρο ως δήθεν επικράτεια των Τουρκοκυπρίων, προετοιμάζοντας τη διεθνή αναγνώριση και τη νομιμοποίησή της.
γ. Το πλαίσιο, μέσα στο οποίο διεξάγονται σήμερα οι διακοινοτικές διαπραγματεύσεις, αναφέρεται στο κοινό ανακοινωθέν της 11ης Φεβρουαρίου, 2014. Το πλαίσιο αυτό είναι παραπλανητικό και ψευδεπίγραφο. Επεβλήθη στην Ελληνική πλευρά με ξένες πιέσεις και προβάλλεται ως δήθεν κοινή πολιτική βάση. Στην πραγματικότητα όμως είναι διπλά παραπλανητικό και αμφίσημο. Η Τουρκική πλευρά το ερμηνεύει, σύμφωνα με τις γνωστές απόψεις και επιδιώξεις της. Για την Ελληνική πλευρά, αποτελεί απροκάλυπτη φενάκη.
Προβάλλεται, π.χ., ο ισχυρισμός ότι έγιναν δεκτές σ’αυτό οι τρεις θεμελιώδεις αρχές, που υποστηρίζει η Ελληνική πλευρά. Η μια δηλαδή κυριαρχία, η μια διεθνής εκπροσώπηση και η μια ιθαγένεια. Προσεκτική όμως ανάγνωση του κειμένου ανακοινωθέντος πιστοποιεί ότι άλλο είναι του λόγου το αληθές. Τα δύο ισοκυρίαρχα μέρη, που προβλέπονται να υποκαταστήσουν την Κυπριακή Δημοκρατία, δεν συνιστούν, προφανώς, μια κυριαρχία. Πολύ περισσότερο μάλιστα, όταν το διζωνικό αυτό μόρφωμα, με πολιτική ισότητα, θα κατέλυε οποιαδήποτε πραγματική κυριαρχία και θα μετέβαλλε ολόκληρη την Κύπρο σε προτεκτοράτο της Άγκυρας.
Το ίδιο ισχύει για τη μια δήθεν διεθνή εκπροσώπηση. Η Τουρκική πλευρά, για να μη υπάρχει καμιά αμφιβολία, ακόμη και στο συμβολικό επίπεδο, για την περιβόητη και σκανδαλώδη «πολιτική ισότητα», που καταλύει τη δημοκρατική αρχή, επιμένει ανυποχώρησα στην εκ περιτροπής Προεδρία. Επεκτείνει και γενικεύει μάλιστα την ιδέα αυτή σε όλα τα θεσμικά Σώματα του κράτους, Οργανισμούς, Επιτροπές και Υπηρεσίες, περιλαμβανομένης της Διπλωματικής Υπηρεσίας.
Η ΚΥΠΡΟΣ ΑΓΩΝΙΣΘΗΚΕ ΓΙΑ ΝΑ ΕΝΤΑΧΘΕΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ, ΜΕ ΣΤΟΧΟ ΝΑ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙ ΤΗ ΔΙΕΘΝΗ ΤΗΣ ΘΕΣΗ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΤΑΣΤΗΣΕΙ ΤΙΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΕΚΤΗΜΕΝΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΜΙΑ ΔΙΚΑΙΗ ΕΠΙΛΥΣΗ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ. ΔΙΑΤΡΕΧΕΙ ΟΜΩΣ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟΝ ΚΙΝΔΥΝΟ, ΜΕ ΤΗ ΣΥΖΗΤΟΥΜΕΝΗ ΛΥΣΗ ΤΗΣ ΔΙΖΩΝΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ, ΜΕ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΙΣΟΤΗΤΑ, ΝΑ ΑΚΥΡΩΣΕΙ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΤΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΤΗΣ ΕΝΤΑΞΕΩΣ ΤΗΣ ΚΑΙ ΝΑ ΤΗ ΜΕΤΑΤΡΕΨΕΙ ΣΕ ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑ.
ΠΡΑΓΜΑΤΙ, Η ΑΓΚΥΡΑ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΜΕΝΟΥ ΙΣΟΤΙΜΟΥ ΚΑΙ ΙΣΟΚΥΡΙΑΡΧΟΥ ΚΡΑΤΙΔΙΟΥ, ΣΤΟ ΟΠΟΙΟ ΘΑ ΑΝΑΒΑΘΜΙΖΟΤΑΝ ΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΨΕΥΔΟΚΡΑΤΟΣ, ΘΑ ΑΠΟΚΤΟΥΣΕ, ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΙΣΩ ΠΟΡΤΑ, ΡΟΛΟ ΚΑΙ ΛΟΓΟ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ.
Η προοπτική αυτή προκάλεσε ανησυχία μέχρι και στη Γερμανία. Ο Γερμανικός Τύπος ήγειρε θέμα και σχολίασε με πολύ έντονο τρόπο το ενδεχόμενο η Άγκυρα ν’ αποκτήσει, μέσω Κύπρου, δυνατότητα παρεμβάσεως στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και επηρεασμού των αποφάσεών του.
Με άλλα λόγια, η Κύπρος, που αντιπροσωπεύει σήμερα, από πλευράς διεθνούς και Ευρωπαϊκού δικαίου, ολόκληρο το νησί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα εκχωρούσε, στην περίπτωση «λύσεως», με τις συζητούμενες προδιαγραφές, την εκπροσώπηση της βόρειας κατεχόμενης Κύπρου στο σημερινό ψευδοκράτος. Θα καθιστούσε ταυτοχρόνως ολόκληρη την Κύπρο ύποπτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση ότι είναι ενεργούμενο της Άγκυρας, εφόσον δεν θα υπήρχε πλέον η Κυπριακή Δημοκρατία και καμιά απόφαση δεν θα μπορούσε να λαμβάνεται, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Άγκυρας.
δ. Σε ό,τι αφορά τον ισχυρισμό για μια δήθεν ιθαγένεια, σημειώνεται ότι θα υπάρχουν, σύμφωνα με τις εξαγγελλόμενες συγκλίσεις στις διακοινοτικές διαπραγματεύσεις, τρεις διακριτές ιθαγένειες. Μια για το κάθε κρατίδιο και μια για το ομοσπονδιακό επίπεδο. Η Επιτροπή που θα παραχωρεί ομοσπονδιακή υπηκοότητα θ’ αποτελείται από ίσο αριθμό Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Καμιά απόφαση δηλαδή δεν θα μπορεί να λαμβάνεται, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Τουρκικής πλευράς.
Ως αφετηρία λαμβάνεται, για την Τουρκική πλευρά, ο αριθμός των 220.000 «Τουρκοκυπρίων». Οι πραγματικοί Τουρκοκύπριοι όμως είναι λιγότεροι από 100.000. Αναγνωρίζεται δηλαδή η Κυπριακή ιθαγένεια σε 120.000, τουλάχιστον, εποίκους. Φεύγει, μήπως, ένα μέρος των εποίκων; Κανείς δεν φεύγει. Όσοι δεν έχουν ακόμη την Τουρκοκυπριακή ιθαγένεια, αναγνωρίζονται ως «εργαζόμενοι», με άδεια παραμονής. Το Τουρκοκυπριακό κρατίδιο μπορεί, αντιθέτως, ανάλογα με τις ανάγκες που επιβάλλει η ανάπτυξη, κατά τις δηλώσεις της Τουρκοκυπριακής ηγεσίας, να εισάγει από την Τουρκία και όσους άλλους «εργαζόμενους» χρειάζεται. Σ’ αυτούς θα παραχωρηθεί, βεβαίως, αργότερα η Τουρκοκυπριακή ιθαγένεια. Στη συνέχεια, το Τ/Κ «συνιστών κράτος» θα εκβιάσει ν’ αναγνωρισθούν ως νόμιμοι «Κύπριοι» πολίτες και στο ομοσπονδιακό επίπεδο. Αντί δηλαδή ν’ αποχωρήσουν οι έποικοι και ν’ ανακοπεί ο εποικισμός του νησιού, στρώνεται ο δρόμος για να μη φύγει κανείς έποικος και να παραμείνει ανοικτή η προοπτική συνεχίσεως του εποικισμού, υπό τον μανδύα των Τούρκων εργαζομένων, που χρειάζονται για την ανάπτυξη.
Οι ισχυρισμοί για την κατοχύρωση της ρήτρας 4:1, ώστε να παραμείνει σταθερή η αναλογία πληθυσμού μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, αποδεικνύονται έωλοι και παραπλανητικοί.
ε. Η ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΣΗΜΑΝΤΙΚΩΝ ΚΟΙΤΑΣΜΑΤΩΝ ΦΥΣΙΚΟΥ ΑΕΡΙΟΥ ΣΤΗΝ ΑΟΖ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΔΙΗΥΡΥΝΕ ΤΟΥΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΥΣ ΣΤΟΧΟΥΣ ΤΗΣ ΑΓΚΥΡΑΣ, ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ.
Η Άγκυρα επιδιώκει να μπει ενεργά, ως ενδιαφερόμενο μέρος, στο μεγάλο ενεργειακό παιχνίδι της Ανατολικής Μεσογείου. Προβάλλει γι’ αυτό τις γνωστές θέσεις και θεωρίες της για την ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου. Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την Κυπριακή ΑΟΖ και το Κυπριακό φυσικό αέριο, η Άγκυρα επιδιώκει, μέσα από τη «λύση» του «ισότιμου συνεταιρισμού» και του «ομοσπονδιακού» χαρακτήρα του φυσικού αερίου, να μπει «συνέταιρος» στο φυσικό αέριο της ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου. Επιδιώκει επίσης ν’ αρπάξει ένα μεγάλο και στρατηγικό μέρος της Κυπριακής ΑΟΖ, μέσα από την οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ Κύπρου και Τουρκίας, μετά τη «λύση». Ποιός θα υπερασπισθεί, τότε, την ΑΟΖ της Κύπρου, όταν θα έχει καταλυθεί η Κυπριακή Δημοκρατία και όταν οι αποφάσεις θα παίρνονται ομόφωνα με τους Τουρκοκυπρίους;
Η Άγκυρα και η Τουρκοκυπριακή πλευρά προβάλλουν επίσης ως αυτονόητο ότι, στην περίπτωση «λύσεως» του Κυπριακού, η μεταφορά του φυσικού αερίου της Κύπρου θα γίνεται με αγωγό μέσω Τουρκίας. Το φυσικό αέριο που ανεδείχθη σ’ ένα στρατηγικό κεφάλαιο της Κύπρου, την αναβάθμισε γεωστρατηγικά και της άνοιξε προοπτικές για στρατηγικές συμμαχίες στην περιοχή, διατρέχει, με την περιβόητη δήθεν «λύση», τον κίνδυνο να περάσει, στο μεγαλύτερό του μέρος, στα χέρια της Άγκυρας και να γίνει Τουρκικό στρατηγικό πλεονέκτημα. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα επέτρεπε επίσης στην Άγκυρα να αποτρέψει περιφερειακές στρατηγικές συγκλίσεις και συμμαχίες της Κύπρου και της Ελλάδος στην περιοχή και να ενισχύσει, αντιθέτως, τον δικό της στρατηγικό και γεωπολιτικό ρόλο.
στ. ΠΡΟΒΑΛΛΕΤΑΙ ΑΠΟ ΟΡΙΣΜΕΝΟΥΣ Η ΙΔΕΑ ΟΤΙ ΜΙΑ ΚΑΚΗ ΛΥΣΗ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΕΤΡΙΑΣΘΕΙ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΕΚΤΗΜΕΝΟΥ.
Η επαγγελλόμενη και υποτιθέμενη εφαρμογή των Ευρωπαϊκών ελευθεριών και του Ευρωπαϊκού κεκτημένου, είναι απατηλή, παραπλανητική και ψευδεπίγραφη. Η διζωνική ομοσπονδία και οι όροι εφαρμογής της στηρίζονται σε εθνικές και θρησκευτικές διακρίσεις και καταλύουν τη δημοκρατική αρχή και την πραγματική λαϊκή κυριαρχία. Αντιφάσκουν με τις Ευρωπαϊκές αρχές και ελευθερίες και το Ευρωπαϊκό κεκτημένο. Γι’ αυτό, η Τουρκική πλευρά απαιτεί ολόκληρο το σχέδιο της «λύσεως» ν’ αποτελέσει πρωτογενές Ευρωπαϊκό δίκαιο, πιστεύοντας ότι με τον τρόπο αυτό μπορεί να παρακαμφθεί το «εμπόδιο»» των Ευρωπαϊκών ελευθεριών, του Ευρωπαϊκού κεκτημένου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, για γενικότερους στρατηγικούς λόγους, που έχουν σχέση με τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και τις σχέσεις με την Τουρκία, αντιμετωπίζει ευνοϊκά μια ενδεχόμενη «λύση», εφόσον την αποδέχεται η Ελληνική πλευρά. Επιρρίπτει στην περίπτωση αυτή την ευθύνη στο θύμα και δηλώνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα καταβάλει κάθε προσπάθεια για να συμβιβάσει τη «λύση», που θα συμφωνήσουν τα δύο μέρη, με τους Ευρωπαϊκούς κανόνες και το Ευρωπαϊκό κεκτημένο.
θ. ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΒΑΣΙΚΟΥΣ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑΣ ΟΣΩΝ ΕΠΙΣΠΕΥΔΟΥΝ ΓΙΑ «ΛΥΣΗ» ΔΙΖΩΝΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ, ΜΕ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΙΣΟΤΗΤΑ, ΕΊΝΑΙ ΟΤΙ Θ’ ΑΠΟΤΡΑΠΕΙ, ΜΕ ΤΗ «ΛΥΣΗ», Η ΔΙΧΟΤΟΜΗΣΗ ΚΑΙ ΘΑ «ΕΠΑΝΕΝΩΘΕΙ» ΔΗΘΕΝ Η ΚΥΠΡΟΣ. ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΟΜΩΣ ΓΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΠΛΑΝΗ Η ΣΚΟΠΙΜΗ ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΣΗ.
Η λύση της μορφής αυτής δεν αναιρεί, προφανώς, την πραγματική διχοτόμηση. Αντιθέτως, την εμβαθύνει, τη νομιμοποιεί και την επικυρώνει. Θα ήταν, στην περίπτωση αυτή, η χειρότερη μορφή διχοτομήσεως, γιατί θα «επανένωνε» απατηλά την Κύπρο ως προτεκτοράτο της Άγκυρας. Η Άγκυρα δεν θα ήλεγχε, στην περίπτωση αυτή, μόνο την κατεχόμενη βόρεια Κύπρο. Θα είχε λόγο, μέσω των «ισοτίμων» και «ισοκυριάρχων» Τουρκοκυπρίων, πάνω σε ολόκληρη την Κύπρο. Με άλλα λόγια, με τη διζωνική ομοσπονδία, η Τουρκία δεν θα φύγει από την Κύπρο. Αντιθέτως, θα ελέγχει, εμμέσως, ολόκληρο το ομοσπονδιακό κράτος, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για τη μελλοντική υπαγωγή ολόκληρης της Κύπρου υπό την άμεση κυριαρχία της.
Σημειώνεται σχετικά ότι το 1974, αμέσως μετά την Τουρκική εισβολή, αντιπροσωπεία Τουρκοκυπρίων μετέβη στην Άγκυρα και είχε συνάντηση με τον τότε Τούρκο Πρωθυπουργό Μπουλέντ Ετσεβίτ. Του πρότεινε να προχωρήσει στη διχοτόμηση, τώρα που είχε καταληφθεί η βόρεια Κύπρος και είχαν δημιουργηθεί οι αναγκαίες προϋποθέσεις. Ο Τούρκος Πρωθυπουργός τους νουθέτησε και τους εξήγησε ότι τώρα που η διχοτόμηση είναι τετελεσμένο γεγονός, η Τουρκική πλευρά δεν έχει κανένα λόγο να την προβάλλει ως στόχο. Είναι, τους είπε, πολύ συμφερότερο για την Τουρκία, μια λύση, που θα αναγνωρίζει και θα νομιμοποιεί τα τετελεσμένα γεγονότα και ταυτόχρονα θα επιτρέπει αφ’ ενός στην Τουρκία να έχει λόγο και δικαιώματα πάνω σε ολόκληρη την Κύπρο και αφ’ ετέρου να αποτρέπει τη στρατιωτική και γεωπολιτική παρουσία της Ελλάδος στην Κύπρο και μέσω αυτής στην Ανατολική Μεσόγειο.
ΙΙΙ. Κατά τρίτο λόγο, η Συνάντηση υπενθυμίζει και επαναβεβαιώνει τις βασικές αρχές που πρέπει να διέπουν μια δίκαιη και βιώσιμη λύση, σε ό,τι αφορά ειδικά την κυριαρχία, τη συνταγματική δομή, την Ευρωπαϊκή Ένωση, τη διεθνή εκπροσώπηση και την προστασία των βασικών ελευθεριών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Κυπριακού λαού.
α. Το Κυπριακό Πρόβλημα δεν είναι πρόβλημα ιδρύσεως ή διεθνούς αναγνωρίσεως νέου κυριάρχου κράτους, ούτε ισχύος του πολιτεύματος της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και της προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου, που εγγυώνται οι καταστατικές Συνθήκες του ΟΗΕ, της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και του Συμβουλίου της Ευρώπης. Υπάρχει και κυρίαρχο κράτος και ισχύς αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και δικαιωμάτων του ανθρώπου, σύμφωνα με τις εγγυήσεις των ύπατων αυτών Διεθνών Οργανισμών, των οποίων πλήρες μέλος είναι η Κυπριακή Δημοκρατία. Συνεπώς, αν επιχειρηθεί από τα εμπλεκόμενα μέρη να καταλυθούν η κυριαρχία και το δημοκρατικό πολίτευμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, οι σχετικές πράξεις θα είναι κατάφωρα αντίθετες, όχι μόνο προς τις θεμελιώδεις αρχές της συνταγματικής τάξεως της ίδιας, αλλά και προς τον Καταστατικό Χάρτη και τις ad hoc Αποφάσεις και Πράξεις του ΟΗΕ, προς τις Συνθήκες του Διεθνούς Δικαίου και προς τις Συνθήκες της ΕΕ και του Συμβουλίου της Ευρώπης, των οποίων κατέστη μέλος η Κυπριακή Δημοκρατίας, με αυτές ακριβώς τις καταστατικές προϋποθέσεις, ως κυρίαρχο και δημοκρατικό κράτος. Επομένως, οποιαδήποτε απόφαση ή «λύση» που θα παραβιάζει τις αρχές αυτές νομιμότητας, θα είναι παράνομη και ανυπόστατη.
Συγκεκριμένα, οι αρχές αυτές είναι:
Α. Η δημοκρατική αρχή, όπως την εννοεί το διεθνές δίκαιο και ο Καταστατικός Χάρτης του ΟΗΕ και η αντιπροσωπευτική αρχή της δημοκρατίας, όπως την εννοούν οι Συνθήκες της ΕΕ και του Συμβουλίου της Ευρώπης·
Β. Τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου και τα πολιτικά δικαιώματα του πολίτη, που εγγυώνται οι ίδιες καταστατικές Συνθήκες·
Γ. Η αρχή της κυριαρχίας του κράτους. Οι θεμελιώδεις αυτές αρχές είναι δεσμευτικές για όλα ανεξαιρέτως τα κράτη, δεν μπορεί δε να παρακαμφθούν ή να τροποποιηθούν ούτε βάσει πολυμερών διεθνών συνθηκών, ούτε, γενικά, με πρωτογενές δίκαιο κράτους (συντακτικής εξουσίας, λαϊκής συνελεύσεως ή ομάδας κρατών). Δεν είναι, συνεπώς, δυνατή, κατά το σήμερα ισχύουν διεθνές δίκαιο, η δημιουργία μη κυριάρχων ή ημικυριάρχων κρατών, μετά από κατάλυση κυριάρχου κράτους και ασύμβατων προς τη δημοκρατική αρχή και τα δικαιώματα του ανθρώπου. Η επίκληση του αποστρατικοποιημένου καθεστώτος των Åland Islands είναι ατυχής, γιατί αφ’ ενός δεν ιδρύθηκε μετά από κατάλυση πλήρως κυριάρχου δημοκρατικού κράτους και αφ’ ετέρου προϋπήρχε του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και των ισχυουσών σήμερα διεθνών εγγυήσεων της κυριαρχίας και του δημοκρατικού πολιτεύματος κράτους.
β. Ο ΑΝΑΦΥΕΙΣ ΚΑΙ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΜΕΝΟΣ ΟΡΟΣ «ΔΙΖΩΝΙΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ» ΣΤΙΣ ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ «ΛΥΣΕΩΣ» ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ, ΔΕΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΟΡΟ ΚΥΡΙΑΡΧΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ Η ΜΟΡΦΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ. ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΜΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΥΡΕΣΗ ΠΑΡΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΤΙΚΗΣ ΚΑΛΥΨΕΩΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΛΥΣΕΩΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΑΡΧΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ.
Και τούτο, γιατί δεν προϋποθέτει πάνω από τους λαούς των δύο κρατιδίων ενιαίο λαό, με αδιαίρετη λαϊκή κυριαρχία και ομοσπονδιακό ή κεντρικό κράτος, με αδιαίρετη κυριαρχία κράτους, του οποίου το νομοθετικό σώμα και τα κυβερνητικά όργανα να εκλέγονται, με βάση την αρχή της πλειοψηφίας από τον ενιαίο λαό. Οι επιστημονικοί και διεθνώς αναγνωρισμένοι όροι κυριάρχων κρατών είναι: το ενιαίο κράτος, όπως η Ελλάδα, η Κύπρος κ.ά., καθώς και οι σύνθετες μορφές κράτους: συνομοσπονδία (confederatio), όπως η Ελβετία, και ομοσπονδιακό κράτος, όπως οι ΗΠΑ, η συντριπτική πλειονότητα των κρατών της Ευρώπης κ.ά. Ιστορικά και λογικά, η μορφή κράτους της Κυπριακής Δημοκρατίας θα έπρεπε να παραμείνει ενιαίο κράτος, όπως δημιουργήθηκε με την απελευθέρωση του Κυπριακού λαού από την Αγγλική κυριαρχία. Η πραγματικότητα, όμως, που δημιουργήθηκε, με την κατασκευή του «κυπριακού προβλήματος», επιτρέπει τη συντακτική μετατροπή της μορφής του ενιαίου σε σύνθετο, δηλαδή σε ομοσπονδιακό ή συνομοσπονδιακό κράτος.
Με βάση τις παραπάνω θεμελιώδεις αρχές κράτους, που εγγυώνται το διεθνές και το υπερεθνικό Ευρωπαϊκό δίκαιο και το πραγματικό ομοσπονδιακό δεδομένο, για να υφίσταται σύμφωνα με αυτές κυρίαρχο σύνθετο δημοκρατικό κράτος, πρέπει να έχει τα εξής βασικά στοιχεία δομής, τα οποία ακολουθεί, άλλωστε, παγίως η διεθνής πρακτική:
*Να υπάρχει πάνω από τα κρατίδια, που συμμετέχουν στη σύνθετη μορφή κράτους, ομοσπονδιακό ή συνομοσπονδιακό κράτος, με πλήρη και αδιαίρετη κυριαρχία και με πλήρη και αδιαίρετη λαϊκή κυριαρχία του ενός ενιαίου λαού.
*Η συντακτική και η αναθεωρητική εξουσία του ομοσπονδιακού κράτους να ανήκει αποκλειστικά στον ενιαίο ομοσπονδιακό λαό, οπότε το ομοσπονδιακό σύνταγμα θα έχει αυξημένη τυπική δύναμη απέναντι στα συντάγματα των ομοσπόνδων κρατιδίων.
*Το κυρίως νομοθετικό συλλογικό σώμα και η ηγεσία της εκτελεστικής εξουσίας του κεντρικού κράτους να εκλέγονται, με βάση την αντιπροσωπευτική αρχή και την αρχή της πλειοψηφίας, με άμεση και καθολική ψηφοφορία από τον ενιαίο ομοσπονδιακό λαό.
*Στο ομοσπονδιακό κράτος να ανήκουν οι στρατηγικές αποφάσεις διακυβερνήσεως και νομοθετικής ρυθμίσεως, που αφορούν, τουλάχιστον:
-την κυρίαρχη και δημοκρατική συγκρότηση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως ομοσπονδιακού κράτους και τη διασφάλιση της ενότητας της ως κράτους, -τη μορφή κα το πολίτευμα του κράτους, την εξωτερική πολιτική και τη διεθνή εκπροσώπηση του όλου κράτους, -την εξωτερική άμυνα και την εσωτερική ασφάλειά του, -το πολίτευμα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, -τις εγγυήσεις της προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου -και του κοινωνικού κράτους δικαίου, με ανώτατη βαθμίδα δικαστικής και συνταγματικής δικαιοδοσίας, -καθώς και τις βάσεις ενιαίου κοινωνικοοικονομικού και γενικά κοινωνικοπολιτικού συστήματος.