Τι πραγματικά επιδιώκει ο Ερντογάν;
Ο Ερντογάν έχει μεταλλαχθεί και δεν έχει καμία σχέση με τον πολιτικό που κυβέρνησε την Τουρκία μέχρι το 2012.
Ο νέος Ερντογάν έχει απομακρυνθεί από τους παλιούς πολιτικούς του φίλους, από τους βουλευτές, τους υπουργούς, ακόμα και από τον πρωθυπουργό Μπιναλί Γιλντιρίμ, εκφράζοντας μάλιστα την απογοήτευσή του γιατί επέλεξε αυτόν και όχι τον γαμπρό του, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, για τη θέση αυτή, όταν αποφάσισε να «αποκεφαλίσει» τον Νταβούτογλου, γιατί είχε έλθει επικίνδυνα «κοντά» με τις ΗΠΑ και με τον Γκιουλέν.
Δημοσιεύματα στην Τουρκία φέρουν τον Ερντογάν να έχει γίνει απόμακρος και εξαιρετικά καχύποπτος με όλους, ενώ δεν ξεπερνά τα δάχτυλα του ενός χεριού, ο αριθμός των ατόμων που τον επισκέπτονται στο Προεδρικό Μέγαρο.
Ο δε γαμπρός του, παρότι κατέχει τη θέση του Υπουργού Ενέργειας, είναι στην ουσία άτυπος Πρωθυπουργός, αφού τίποτα δεν γίνεται στην κυβέρνηση, αν δεν έχει την έγκρισή του, ενώ είναι και ο μόνος που κρατάει τα «κλειδιά» της πόρτας που οδηγεί στον Ερντογάν.
Σε αυτό το καθεστώς καχυποψίας έναντι πάντων, με τις ήττες να έρχονται η μια μετά την άλλη, την πολιτική του να οδηγείται σε αδιέξοδο στα μέτωπα της Συρίας και του Ιράκ και την τουρκική λίρα να δέχεται ισχυρές πιέσεις από τις διεθνείς αγορές, ο Ερντογάν κάνει εξαιρετικά παράτολμες κινήσεις, που επιδεινώνουν ακόμα περισσότερο τη διεθνή θέση της χώρας του.
Η ευθεία απειλή προς την Ε.Ε., ότι θα ανοίξει τις πόρτες και θα γεμίσει η Ευρώπη πρόσφυγες -τώρα φαίνεται πόσο άκομψες (sic) ήταν ανάλογου ύφους απειλές δυο Ελλήνων υπουργών-, λίγες μέρες μετά το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου, για πάγωμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία, αποτελεί άλλη μια κίνηση που την απομακρύνει από τη Δύση.
Όμως, η κορυφαία κίνηση που αν γίνει πράξη, θα οδηγήσει την αποβολή της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ, αποτελεί το φλερτ της Άγκυρας με τον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης, που είναι πιο πολύ ένας οργανισμός συνεργασίας στους τομείς της Άμυνας και της Ασφάλειας και λιγότερο σε αυτόν της οικονομίας.
Ο γεωπολιτικός αναπροσανατολισμός μιας χώρας, δεν είναι εύκολη υπόθεση, ειδικά αν αυτή η χώρα έχει στρατηγική σημασία για τον διεθνή παράγοντα.
Όποτε αποπειράθηκε να τον κάνει η Ελλάδα, υπέστη εθνικές καταστροφές, με τελευταία την εμφύλια σφαγή, τα πικρά αποτελέσματα της οποίας πληρώνουμε μέχρι σήμερα.
Η Τουρκία λοιπόν έχει μπει σε αυτήν την διαδικασία, για ένα και μοναδικό λόγο.
Με τις κινήσεις αυτές προσπαθεί να δημιουργήσει ένα νέο, ειδικό «γεωπολιτικό κεφάλαιο», για να προκαλέσει την ανησυχία στους κύκλους του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ, με στόχο να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την αμερικανική κυβέρνηση και να ανταλλάξει το κεφάλαιο αυτό, με απόσυρση της στήριξης που παρέχουν οι ΗΠΑ στους Κούρδους.
Με άλλα λόγια, η Τουρκία με τις κινήσεις προς Μόσχα και Σαγκάη, και τις εντάσεις που προκαλεί με την Ελλάδα, που μπορεί να προκαλέσουν σοβαρότατη κρίση στην Ανατολική Πτέρυγα του ΝΑΤΟ, προσπαθεί να δημιουργήσει μια τεράστιας έντασης ανησυχία στη Δύση, σε βαθμό που θα οδηγήσει την Ουάσιγκτον να αναθεωρήσει την στρατηγική της για το Κουρδικό, που άρχισε να υλοποιείται από το 1991, όταν με την επιχείρηση «Καταιγίδα της Ερήμου», μπήκε ο θεμέλιος λίθος της ίδρυσης του αυτόνομου κουρδικού κράτους, στο Βόρειο Ιράκ.
Εδώ ακριβώς είναι που απαιτείται η μέγιστη προσοχή από πλευράς της Κύπρου και της Ελλάδας.
Όπως αποδείξαμε στο προηγούμενο άρθρο μας, της Παρασκευής, η Τουρκία δεν έχει πιθανότητες να πετύχει σε σχέδια και επιχειρήσεις τα οποία σχεδιάζει η ίδια και δεν έχουν τη σαφή στήριξη των ΗΠΑ ή και της Ρωσίας.
Η Ελλάδα, λοιπόν, με την πολιτική της, θα πρέπει να παρακολουθεί στενά τις γεωπολιτικές εξελίξεις και να αποτελεί μόνιμο στόχο της η ισχυροποίηση της θέσης της διεθνώς, για να μην δώσει καμία δυνατότητα ή ευκαιρία σε μια μεγάλη δύναμη, να στηρίξει κάποιο από τα υπαρκτά σχέδια της Τουρκίας εις βάρος μας.
Ελπίζω ο κ. Καρανίκας, όταν σχεδίαζε το ταξίδι του κ. Τσίπρα στην Κούβα, να έλαβε όλα τα παραπάνω υπ’ όψιν του.