Το πρόβλημα της Τουρκίας απασχολεί περισσότερους στον κόσμο σήμερα απ’ ό,τι προηγουμένως.
Η εποχή του κ. Ερντογάν άλλαξεν πολλά πράγματα. Το πρώτο παράδοξον είναι πως ένα καθεστώς-αν δεν είναι ολοκληρωτικό- συνεχίζει για περισσότερα από 18 χρόνια να είναι στην εξουσία (2002-2021). Το καθεστώς, όμως, είναι όντως-κατά αντικειμενικά κριτήρια, όπως μεταδίδονται τουλάχιστον από τα διεθνή και τοπικά ΜΜΕ-ολοκληρωτικόν.
Ο κ. Ερντογάν, ενώ στα πρώτα χρόνια, που είχεν την εξουσίαν, αφιέρωσεν όλες του τις δυνάμεις για την είσοδον της χώρας του στην Ευρωπαϊκήν Ένωση (ΕΕ), με την πάροδον του χρόνου, οι φιλοδοξίες του, και εντός της χώρας και διεθνώς, υπερίσχυσαν. Στο εσωτερικόν έκαμεν πολλούς εχθρούς, και οι φυλακές είναι πλήρεις από «εχθρούς» του καθεστώτος, στους οποίους περιλαμβάνονται και πολλοί εκπρόσωποι των ΜΜΕ. Βλέπει δε συνωμότες εναντίον της εξουσίας του παντού, με πρώτον, τον θρησκευτικόν ηγέτη Fethullah Gűlen, που είναι τώρα στις ΗΠΑ. Ο κ. Gűlen ήταν πρώην σύμμαχος του κ. Ερντογάν, για να καταστεί ο μεγάλος του αντίπαλος, θεωρώντας τον, μεταξύ άλλων, υπαίτιoν ενός αποτυχημένου πραξικοπήματος εναντίον του το 2016.
Οι εξωτερικές σχέσεις της Τουρκίας τώρα είναι σε χειρότερη κατάσταση. Ο κ Ερντογάν άρχισεν τις φιλοδοξίες του πρώτα με σκοπό να καταστήσει τη χώραν του περιφερειακή Δύναμη. Αυτόν τον έφερε σε σύγκρουση με άλλους υποψήφιους, όπως το Ιράν, τη Σαουδική Αραβίαν, ενώ με τον Ισραήλ έχει παλιές παρτίδες.
Το πρόβλημα μεγάλωσεν όταν ο Τούρκος Πρόεδρος πίστευσεν ότι η χώρα του είναι Μεγάλη Δύναμη ή τουλάχιστον άρχισε να ανταγωνίζεται τις Μεγάλες Δυνάμεις.
Στην Ανατολική Μεσόγειον ήλθε σε σύγκρουση με τον κ. Μακρόν και με τη Γαλλίαν, παραδοσιακόν παίκτη στην περιοχήν. Εφέρθη στον κ. Μακρόν με τρόπον εκτός των διπλωματικών θεσμών.
Προχώρησε να χειροτερεύσει τις σχέσεις του με τον παραδοσιακόν «προστάτην» της Τουρκίας, τις ΗΠΑ. Αγόρασε όπλα από τη Ρωσσία και φέρνει κάποτε προβλήματα στην Αμερικανική βάση του Ίντσιρλίκ. Όπως πολιτεύεται, είναι φανερόν ότι οι περισσότερες χώρες της ΕΕ δεν επιθυμούν την εισδοχήν της Τουρκίας στην Ένωση, εις το παρόν στάδιο και στο άμεσον μέλλον.
Ο κ. Ερντογάν άνοιξε μέτωπα παντού. Στην Συρία, στη Λιβύη, στη Μέση Ανατολή, στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Συμπεριφέρεται με στρατιωτική ισχύ εναντίον της Ελλάδας στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο. Την Κυπριακή Δημοκρατία δεν την αναγνωρίζει, επεμβαίνει στην ΑΟΖ της, κατέχει εδάφη της, παρ’ όλον ότι εκλιπαρεί στην ουσία να εισέλθει στην ΕΕ, στην οποίαν Ελλάδα και Κύπρος είναι μέλη.
Οι απαντήσεις της ΕΕ και των Δυτικών Δυνάμεων προς τις Τουρκικές προκλήσεις είναι γενικά ήπιες και προϊόν της πολιτικής του κατευνασμού. Είναι μάλλον φραστικές απαντήσεις. Ο κ. Ερντογάν και η Τουρκία, όμως, έχουν σαν σύμμαχο στην Ευρώπη, απ’ ό,τι φαίνεται και από τις τοποθετήσεις του, το Ηνωμένον Βασίλειο (ΗΒ). Η Βρετανική πολιτική του 19ου αιώνα υπέρ του «ασθενή ανθρώπου της Ευρώπης» συνεχίζεται για άλλους λόγους και σήμερα. Εκτός από τις θέσεις της Κυβέρνησης του ΗΒ, βλέπομεν αυτές τις θέσεις και σε κείμενα Βρετανών συγγραφέων σε Βρετανικά περιοδικά. Με την έξοδον του ΗΒ από την ΕΕ, η Τουρκία του κ. Ερντογάν έχασεν ένα σύμμαχο μέσα στο club. To ΗΒ, όμως, είναι εκεί παρόν στη διεθνή σκηνή.
Η περίπτωση της Τουρκίας του κ. Ερντογάν είναι στην εποχή μας ένα πρόβλημα στο μωσαϊκόν των σύγχρονων διεθνών σχέσεων. Ένα μαζί με μερικά άλλα διεθνώς.
*Ο Δρ Χρίστος Α. Θεοδούλου είναι Δικηγόρος, Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών & Διεθνών Σχέσεων (Η.Ε.Ι., Γενεύης Ελβετίας). Πρόεδρος του Ιδρύματος Θεοδούλου. Πρώην Μέλος της Γραμματείας του ΟΗΕ στο Τμήμα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Comentarios